Πέμπτη 31 Οκτωβρίου 2013

Ομηρικά Γράμματα

Ομηρικά ενυπόδητα γράμματα

Ένα γράμμα στον Οδυσσέα:

Αγαπητέ Οδυσσέα,
Σου στέλνω αυτή την επιστολή εκ μέρους όλων όσων δουλεύουμε στο παλάτι, για να σου πω ποια είναι η κατάσταση που επικρατεί σ΄ αυτό. Έχουν έρθει πλούσιοι από τις γύρω περιοχές και τρώνε την περιούσια σου μέχρι να παντρευτεί η Πηνελόπη έναν από αυτούς. Δουλεύουμε πολύ σκληρά περιμένοντας τον ερχομό σου. Σε παρακαλούμε να έρθεις το συντομότερο.

Με αγάπηΤο υπηρετικό προσωπικό

Αγαπημένο μου ημερολόγιο,
Τώρα τα βράδια σχολάω πιο αργά απ’ ότι παλιότερα, κι επειδή είμαι και κουρασμένη, δε βρίσκω χρόνο να σου γράφω καθημερινά. Σήμερα όμως, με ξύπνησαν στις 8:00 (δεν είχαμε πολλές δουλειές) έτσι χόρτασα ύπνο (τώρα  είναι 24:00) γι’ αυτό σου γράφω.
Η κατάσταση που επικρατεί  είναι ανυπόφορη! Ο Οδυσσέας δεν έχει γυρίσει ακόμα, πολλοί μάλιστα πιστεύουν ότι πέθανε – εγώ όχι-και οι μνηστήρες της Πηνελόπης ρημάζουν τα αγαθά του. Μάλιστα ο Τηλέμαχος φοβάται και για τη ζωή του.
Αυτά γίνονται σε γενικές γραμμές όσο λείπει ο Οδυσσέας. Σήμερα όμως άλλαξαν τα πράγματα! Είχαμε επισκέψεις! Και τι επισκέψεις!
Ήρθε ο Μέντης, γιος του Αγχίαλου και άρχοντας των Ταφίων, και συζητούσε με τον Τηλέμαχο σε μια γωνιά , μακριά απ’ τους μνηστήρες. Μακάρι να’ ξέρα τι έλεγαν!
Μετά το δείπνο, κι όταν ο Φήμιος άρχισε να παίζει την κιθάρα του τραγουδώντας, μου είπε μια παρακόρη ότι πάλι ο Τηλέμαχος κι ο Μέντης συζητούσαν, για τον Οδυσσέα >Ξέρεις, αν είναι ζωντανός και γυρίσει, θα, θα, θα …….
Ύστερα , όταν , εντελώς τυχαία , πέρναγα από κει ,άκουσα το Μέντη να λέει ότι τον έφερε η φήμη πως ο Οδυσσέας έχει γυρίσει στην πατρίδα, πράγμα που δυστυχώς δεν είναι αλήθεια ακόμα.
Έλεγαν, έλεγαν…και τι δεν είπαν! Κυρίως όμως μιλούσαν για τον Οδυσσέα και τους μνηστήρες .
Τελικά, μετά από πολλή ώρα συζητήσεων, έφυγε ο Μέντης, αφήνοντας τον Τηλέμαχο σε σκέψεις……
Έτσι λοιπόν που λες, αυτά έγιναν σήμερα.
Πω πω! Πήγε μία η ώρα ! Πάλι θ ’αργήσω να σηκωθώ το πρωί ! Καληνύχτα και…τα λέμε!!

Ένα γράμμα στον Οδυσσέα:
Αγαπημένε μου Οδυσσέα,
          Ο πατέρας σου ο Λαέρτης είμαι, σου γράφω για να σου πω τι γίνεται εδώ στο παλάτι στην Ιθάκη όσο εσύ λείπεις.
          Οι μνηστήρες έχουν καταλάβει το παλάτι σπαταλώντας την περιουσία σου όσο περιμένουν τη γυναίκα σου την Πηνελόπη να διαλέξει έναν από αυτούς για άντρα της και βασιλιά της Ιθάκης.
          Ο γιος σου ο Τηλέμαχος πιστεύει πως έχεις πεθάνει, γι’ αυτό είναι πολύ στεναχωρημένος. Κάθεται με τους μνηστήρες μη μπορώντας να κάνει τίποτα, για να τους διώξει μα ο νους του ταξιδεύει μόνο σ’ εσένα. Σκέφτεται πως θα ήταν τα πράγματα αν γύριζες και τιμωρούσες τους μνηστήρες. Παράλληλα προσπαθεί να εξυπηρετήσει τους ξένους που έρχονται στο παλάτι και να τους προσφέρει όλες τις ανέσεις. Έχει έρθει και ο φίλος σου ο Μέντης εδώ και ενθαρρύνει τον Τηλέμαχο λέγοντας του πως δεν έχεις πεθάνει .
          Σε παρακαλώ προσπάθησε να γυρίσεις, για να αποκαταστήσεις την τάξη, εδώ στην Ιθάκη.
Σε φιλώ, με αγάπη
Ο πατέρας σου.

Ένα γράμμα στον Όμηρο
Σεβαστέ μου Όμηρε,
          Ξεκίνησα να διαβάζω το βιβλίο σου, συγκεκριμένα το έπος της Οδύσσειας. Έχω γοητευτεί απ’ την πρώτη κιόλας ραψωδία. Η υπόθεση του έργου είναι τραγική και με κάνει να μελαγχολώ. Ο πονεμένος Οδυσσέας περνάει πολλές συμφορές και μου προκαλεί πόνο και θλίψη. Διαβάζοντας τις περιπέτειές ,που εσύ τις δίνεις με αριστοτεχνικό τρόπο, χρησιμοποιώντας ωραία σχήματα, εκφραστικά μέσα και υπέροχες εικόνες ,απορώ για τη θαρραλέα αντιμετώπιση τους από μέρους του. Στεναχωριέμαι για την οικογένειά του και ιδιαίτερα για το γιο του, που δεν ξέρει αν βρίσκεται στη ζωή. Λυπάμαι τη δύστυχη γυναίκα του, την Πηνελόπη, που υπομένει ξεδιαντροπιά των μνηστήρων και ελπίζει στην επιστροφή του άντρα της. Βλέπω όμως ότι οι θεοί στηρίζουν τον πολύπαθο Οδυσσέα και ιδιαίτερα η Αθηνά, που τον συμπονάει και κάνει κάθε δυνατή προσπάθεια να τερματίσει τα βάσανά του.
          Είμαι αρκετά περίεργος να συνεχίσω το διάβασμα του έργου για να δω ποιες περιπέτειες επιφυλάσσει η μοίρα στον Οδυσσέα και πώς καταφέρνει να ξεπερνάει τα εμπόδια για να βρεθεί τελικά στην πολυπόθητη πατρίδα του την Ιθάκη. Αγωνιώ ιδιαίτερα για την στιγμή που θα βρεθεί απέναντι στο γιο του και τη γυναίκα του .Πιστεύω ότι θα τους αγκαλιάσει σφιχτά και θα ζήσουν όλοι μαζί μια ευτυχισμένη ζωή.
          Μπορεί να σε κούρασα με το γράμμα μου, αλλά να ξέρεις ότι εσύ δεν έχεις κουράσει ούτε εμένα ούτε τους υπόλοιπους αναγνώστες ,γιατί το έργο σου ειναι ένα συναρπαστικό ανάγνωσμα.
          Μακάρι να ζούσες, για να μας χάριζες ακόμα περισσότερα αριστουργήματα.

Με εκτίμηση 
ο μικρός θαυμαστής σου Κων/νος

 Ένα μέλος του υπηρετικού προσωπικού του παλατιού γράφει στο ημερολόγιο του:
«Σήμερα η μέρα αποδείχθηκε πολύ κουραστική. Βέβαια, αυτό συμβαίνει από την πρώτη μέρα που εγκαταστάθηκαν εδώ οι μνηστήρες εδώ. Όλο το υπηρετικό προσωπικό είναι στο πόδι. Από τους μάγειρες μέχρι τον Φήμιο, τον αοιδό. Είμαι επικεφαλής στο μαγειρείο, (όλο παραγγελίες παραδίδω στο μεγαλύτερο  ξύλινο τραπέζι) στην τραπεζαρία: Από τα πιο καλοταïσμένα ζώα έως τα καλύτερα κρασιά. Είναι ανελέητοι, το μόνο που τους νοιάζει  είναι τα υλικά αγαθά. Ήρθε τώρα κι ένας επισκέπτης στο παλάτι.
    Ο Τηλέμαχος, ο κακόμοιρος το μόνο που ελπίζει είναι να μάθει νέα από τον πατέρα του. Όμως είναι συνεσταλμένος άνθρωπος και ντρέπεται να ρωτήσει αμέσως. Έχει και την ανησυχία μήπως χάσει το κέφι του με τους ξεδιάντροπους. Αχ!, πέρασαν οι εποχές που εκείνος κρατούσε τα πάντα συγκροτημένα. Πέρασαν οι εποχές που απολαμβάναμε να τον ευχαριστούμε. Σ΄ αυτό το παλάτι ο Τηλέμαχος δεν είναι ο μόνος που προσεύχεται να γυρίσει και να βάλει ξανά μια τάξη. Όλοι παρακαλούμε μα γυρίσει πριν καταρρεύσουν όλα…

Αγαπητό ημερολόγιο,
         Η σημερινή μέρα ήταν πολύ κουραστική. Όλη μέρα δεν πρόλαβα να ξεκουραστώ καθόλου. Έτρεχα να σερβίρω στους μνηστήρες φαΐ και ποτό. Ήμασταν όλοι στο πόδι και όλοι αγχωμένοι μήπως γίνει καμιά ζημιά. ( Πρώτη φορά είχαμε τόση * δουλειά).
         Μου λείπει ο κύριος Οδυσσέας. Πάντα μας σκεφτόταν και ενδιαφερόταν για τα προβλήματά μας, ενώ όλοι οι μνηστήρες νοιάζονταν μόνο με το πώς θα διασκεδάσουν. Μακάρι να γύριζε ο κύριος Οδυσσέας και να τους έδιωχνε όλους. Σε κλείνω τώρα τα λέμε αύριο. Ελπίζω πιο ήσυχη! 
* Δεν ισχύει γιατί κάθε μέρα  γινόταν τα ίδια. Λόγω κούρασης δικαιολογείται η συντομία.

          Επιστολή από το Φήμιο στον Οδυσσέα
 Αγαπημένε μου Οδυσσέα,
                    Ελπίζω να είσαι καλά. Και να μην είσαι είμαι σίγουρος ότι θα γυρίσεις κάποτε. Από τότε που έφυγες για την Τροία, έχουν αλλάξει πάρα πολλά εδώ. Το παλάτι σου δεν είναι πια σαν εκείνο που  ήξερες. Τώρα πια έχει γίνει το σπίτι των ξιπασμένων μνηστήρων, που έχουν έρθει για την αγαπημένη σου γυναίκα Πηνελόπη.
                  Οι μνηστήρες σπαταλούν την περιουσία σου, σφάζουν τα πρόβατα και τα βόδια σου, και δεν έχουν ίχνος ντροπής και ευγένειας πάνω τους. Όλοι οι υπηρέτες τους υπηρετούν πρόθυμα. Εγώ τους τραγουδάω και τους παίζω μουσική από ανάγκη. Δε μου αρέσει καθόλου να τους ευχαριστώ. Όμως, πάντα σε σκέφτομαι και ντρέπομαι που τραγουδάω για αυτούς.
                    Όσο για την καημένη την Πηνελόπη, δεν ξέρω τι να πω. Έχει πια απογοητευτεί, όμως έχει και ένα είδος ελπίδας. Όποτε τη βλέπω είναι δακρυσμένη. Ευτυχώς έχει τις παρακόρες να την παρηγορούν.
                    Αυτά γίνονται στο παλάτι. Ξέρω ότι δεν ευχαριστήθηκες καθόλου με αυτά που σου έγραψα, αλλά ελπίζω να χαρείς με το γράμμα μου. Ελπίζω να γυρίσεις γρήγορα για να μην γίνουν χειρότερα τα πράματα. 
                    Με εκτίμηση, 
          
          Φήμιος.

Αγαπητέ Οδυσσέα,
          Σου γράφω αυτό το γράμμα για να μάθω αν είσαι καλά κα για να σου περιγράψω την κατάσταση που επικρατεί στον Όλυμπο και φυσικά στο παλάτι σου στην Ιθάκη.
           Για να αρχίσουμε, ο Ποσειδώνας έχει νευριάσει πάρα πολύ μαζί σου, γιατί τύφλωσες τον υιό του τον Πολύφημο. Έχει βαλθεί να σου κάνει τη ζωή μαρτύριο. Ο Δίας κάλεσε σε συνέλευση τους υπόλοιπους  θεούς, για να συζητήσουν τον νόστο σου. Η Αθηνά με νύχια και με δόντια σε υπερασπίστηκε και οι άλλοι θεοί εκτός του Ποσειδώνα που έλειπε, γιατί τον είχαν καλέσει οι Αιθίοπες, συμφώνησαν να επιστρέψεις στην πατρίδα σου. Για αυτό αποφάσισαν να στείλουν τον Ερμή να πει στην Καλυψώ να σε αφήσει να γυρίσεις, ενώ η Αθηνά θα πάει στον Τηλέμαχο για να τον πείσει να αρχίσει να σε ψάχνει. Ελπίζω να ευχαριστήθηκες μέχρι εδώ, γιατί δεν τέλειωσα ακόμα.
             Τώρα θα σου πω για την κατάσταση στην Ιθάκη που είναι απελπιστική. Η Αθηνά μεταμορφώνεται σε Μέντη και πηγαίνει στο παλάτι σου να δει τον Τηλέμαχο. Οι μνηστήρες νομίζουν ότι είναι σαν στο σπίτι τους, τρώνε, πίνουν και σπαταλούν την περιουσία σου. Όλοι οι υπηρέτες εκτελούν τις εντολές των μνηστήρων. Ο υιός σου μόλις είδε την Αθηνά-Μέντη τη φιλοξένησε, της πρόσφερε φαγητό και όμορφο θρόνο να καθίσει. Ύστερα ο Τηλέμαχος πήρε την Αθηνά-Μέντη μακριά από τους ξιπασμένους μνηστήρες, γιατί ήθελε να ρωτήσει για την  ταυτότητά της και για εσένα. Η Αθηνά-Μέντης είπε στον Τηλέμαχο ότι δεν έχεις πεθάνει και ότι παρ’ όλες τις δυσκολίες θα γυρίσεις.
                Αυτά είναι όλα που ξέρω μέχρι τώρα. Καλό κουράγιο!  Μην το βάλεις ποτέ κάτω.
                             Ο φίλος σου,                              Νίκος   Παναγιωτακόπουλος

Αγαπητέ μου Οδυσσέα

    Ελπίζω να είσαι καλά εκεί που βρίσκεσαι. Όλοι είναι πολύ στεναχωρημένοι από την απουσία σου και πολλοί πιστεύουν ότι έχεις πεθάνει. Η κατάσταση που επικρατεί στο παλάτι είναι φριχτή, αφού οι μνηστήρες ρημάζουν την περιούσια σου .Το μόνο που κάνουν κάθε μέρα είναι να βρίσκουν ευχαρίστηση παίζοντας τους πεσσούς και ύστερα τρώνε και πίνουν και μόνο όταν ευχαριστηθούν τότε θέλουν τραγούδι, μουσική, χορό.
     Ο Τηλέμαχος   είναι πολύ στεναχωρημένος και νομίζει ότι έχεις πεθάνει, αλλά είναι δειλός και δεν τολμάει να διώξει τους μνηστήρες. Όμως, αν ήσουν εσύ εδώ, όλα θα ήταν διαφορετικά. Όλοι μέσα στο παλάτι περιμένουν τη στιγμή που θα γυρίσεις  και θα επαναφέρεις την τάξη . Ελπίζω να είσαι καλά και θα σε περιμένω με αγωνιά.
 Σε φιλώ
Ο πατέρας σου Λαέρτης

Δούρειος Ίππος εξπρές

Τρίτη 29 Οκτωβρίου 2013

Η Τύχη του Φιλοίτιου

Ο όρχαμος του δήμου  των Κεφαλλήνων

Ο Φιλοίτιος, ο άνθρωπος της καλής τύχης, οίτος.
 Τρίτος φθάνει φέρων μια αγελάδα στείρα για τους μνηστήρες.Τον περάσανε βαρκάρηδες  στο πορθμείο από την στεριά , και άλλους περνούν  όσοι φθάνουν, αν το ζητήσουν .Τον Εύμαιο ρωτάει για τον ξένο που τον Οδυσσέα του θυμίζει στην θωριά. Θλίβεται με ό,τι βλέπει γύρω του και σκέπτεται απογοητευμένος να πάρει τα βόδια που   φύλαγε και έχουν αυξηθεί κατά πολύ , αμέτρητα έχουν γίνει  και να τα πάει σε άλλο βασιλιά υπερμανή αλλά, ο Οδυσσέας τον διαβεβαιώνει με όρκο πως είναι πια οίκαδε και με τους οφθαλμούς του θα τον δει.

τοῖσι δ' ἐπὶ τρίτος ἦλθε Φιλοίτιος, ὄρχαμος ἀνδρῶν,
βοῦν στεῖραν μνηστῆρσιν ἄγων καὶ πίονας αἶγας.
πορθμῆες δ' ἄρα τούς γε διήγαγον, οἵ τε καὶ ἄλλους
ἀνθρώπους πέμπουσιν, ὅτίς σφεας εἰσαφίκηται.
καὶ τὰ μὲν εὖ κατέδησεν ὑπ' αἰθούσῃ ἐριδούπῳ,
αὐτὸς δ' αὖτ' ἐρέεινε συβώτην ἄγχι παραστάς·        190
"τίς δὴ ὅδε ξεῖνος νέον εἰλήλουθε, συβῶτα,

ἡμέτερον πρὸς δῶμα; τέων δ' ἒξ εὔχεται εἶναι
ἀνδρῶν; ποῦ δέ νύ οἱ γενεὴ καὶ πατρὶς ἄρουρα;
δύσμορος· ἦ τε ἔοικε δέμας βασιλῆϊ ἄνακτι·
ἀλλὰ θεοὶ δυόωσι πολυπλάγκτους ἀνθρώπους,
ὁππότε καὶ βασιλεῦσιν ἐπικλώσωνται ὀϊζύν."
ἦ, καὶ δεξιτερῇ δειδίσκετο χειρὶ παραστὰς

καί μιν φωνήσας ἔπεα πτερόεντα προσηύδα·
"χαῖρε, πάτερ ὦ ξεῖνε· γένοιτό τοι ἔς περ ὀπίσσω

ὄλβος· ἀτὰρ μὲν νῦν γε κακοῖσ' ἔχεαι πολέεσσι.        200
Ζεῦ πάτερ, οὔ τις σεῖο θεῶν ὀλοώτερος ἄλλος·
οὐκ ἐλεαίρεις ἄνδρας, ἐπὴν δὴ γείνεαι αὐτός,
μισγέμεναι κακότητι καὶ ἄλγεσι λευγαλέοισιν.
ἴδιον, ὡς ἐνόησα, δεδάκρυνται δέ μοι ὄσσε
μνησαμένῳ Ὀδυσῆος, ἐπεὶ καὶ κεῖνον ὀΐω
τοιάδε λαίφε' ἔχοντα κατ' ἀνθρώπους ἀλάλησθαι,
εἴ που ἔτι ζώει καὶ ὁρᾷ φάος ἠελίοιο.
εἰ δ' ἤδη τέθνηκε καὶ εἰν Ἀΐδαο δόμοισιν,
ὤ μοι ἔπειτ' Ὀδυσῆος ἀμύμονος, ὅς μ' ἐπὶ βουσὶν
εἷσ' ἔτι τυτθὸν ἐόντα Κεφαλλήνων ἐνὶ δήμῳ.        210
νῦν δ' αἱ μὲν γίνονται ἀθέσφατοι, οὐδέ κεν ἄλλως
ἀνδρί γ' ὑποσταχύοιτο βοῶν γένος εὐρυμετώπων·
τὰς δ' ἄλλοι με κέλονται ἀγινέμεναι σφίσιν αὐτοῖς
ἔδμεναι· οὐδέ τι παιδὸς ἐνὶ μεγάροισ' ἀλέγουσιν,
οὐδ' ὄπιδα τρομέουσι θεῶν· μεμάασι γὰρ ἤδη
κτήματα δάσσασθαι δὴν οἰχομένοιο ἄνακτος.
αὐτὰρ ἐμοὶ τόδε θυμὸς ἐνὶ στήθεσσι φίλοισι
πόλλ' ἐπιδινεῖται· μάλα μὲν κακὸν υἷος ἐόντος
ἄλλων δῆμον ἱκέσθαι ἰόντ' αὐτῇσι βόεσσιν
ἄνδρας ἐς ἀλλοδαπούς· τὸ δὲ ῥίγιον αὖθι μένοντα        220
βουσὶν ἐπ' ἀλλοτρίῃσι καθήμενον ἄλγεα πάσχειν.
καί κεν δὴ πάλαι ἄλλον ὑπερμενέων βασιλήων
ἐξικόμην φεύγων, ἐπεὶ οὐκέτ' ἀνεκτὰ πέλονται·
ἀλλ' ἔτι τὸν δύστηνον ὀΐομαι, εἴ ποθεν ἐλθὼν
ἀνδρῶν μνηστήρων σκέδασιν κατὰ δώματα θείη."
τὸν δ' ἀπαμειβόμενος προσέφη πολύμητις Ὀδυσσεύς·

"βουκόλ', ἐπεὶ οὔτε κακῷ οὔτ' ἄφρονι φωτὶ ἔοικας,
γινώσκω δὲ καὶ αὐτός, ὅ τοι πινυτὴ φρένας ἵκει,
τοὔνεκά τοι ἐρέω καὶ ἐπὶ μέγαν ὅρκον ὀμοῦμαι·
ἴστω νῦν Ζεὺς πρῶτα, θεῶν ὕπατος καὶ ἄριστος,        230
ἱστίη τ' Ὀδυσῆος ἀμύμονος, ἣν ἀφικάνω·
ἦ σέθεν ἐνθάδ' ἐόντος ἐλεύσεται οἴκαδ' Ὀδυσσεύς·
σοῖσιν δ' ὀφθαλμοῖσιν ἐπόψεαι, αἴ κ' ἐθέλῃσθα,
κτεινομένους μνηστῆρας, οἳ ἐνθάδε κοιρανέουσι."
τὸν δ' αὖτε προσέειπε βοῶν ἐπιβουκόλος ἀνήρ·

"αἲ γὰρ τοῦτο, ξεῖνε, ἔπος τελέσειε Κρονίων·
γνοίης χ', οἵη ἐμὴ δύναμις καὶ χεῖρες ἕπονται."
ὣς δ' αὔτως Εὔμαιος ἐπεύξατο πᾶσι θεοῖσι

νοστῆσαι Ὀδυσῆα πολύφρονα ὅνδε δόμονδε.

Ο Οίτος του Φιλοίτιου 

Δευτέρα 28 Οκτωβρίου 2013

Το Λυχνάρι της Αθηνάς

σε υψηλούς  κίονες φωτισμένους  του ναού με φως περικαλλές του καθαρού νου

κλήϊσεν δὲ θύρας μεγάρων ἐῢ ναιεταόντων.        30
τὼ δ' ἄρ' ἀναΐξαντ' Ὀδυσεὺς καὶ φαίδιμος υἱὸς

ἐσφόρεον κόρυθάς τε καὶ ἀσπίδας ὀμφαλοέσσας
ἔγχεά τ' ὀξυόεντα· πάροιθε δὲ Παλλὰς Ἀθήνη
χρύσεον λύχνον ἔχουσα φάος περικαλλὲς ἐποίει.
δὴ τότε Τηλέμαχος προσεφώνεεν ὃν πατέρ' αἶψα·

"ὦ πάτερ, ἦ μέγα θαῦμα τόδ' ὀφθαλμοῖσιν ὁρῶμαι·

ἔμπης μοι τοῖχοι μεγάρων καλαί τε μεσόδμαι
εἰλάτιναί τε δοκοὶ καὶ κίονες ὑψόσ' ἔχοντες
φαίνοντ' ὀφθαλμοῖσ' ὡς εἰ πυρὸς αἰθομένοιο.
ἦ μάλα τις θεὸς ἔνδον, οἳ οὐρανὸν εὐρὺν ἔχουσι."        40

τὸν δ' ἀπαμειβόμενος προσέφη πολύμητις Ὀδυσσεύς·

"σίγα καὶ κατὰ σὸν νόον ἴσχανε μηδ' ἐρέεινε·
αὕτη τοι δίκη ἐστὶ θεῶν, οἳ Ὄλυμπον ἔχουσιν.


Κλείνοντας τις θύρες του  καλοκατοικημένου  μεγάρου
σηκώθηκαν οι δυο τους, ο Οδυσσέας και ο λαμπρός φαίδιμος γιος
φέροντας περικεφαλαίες και ασπίδες ομφαλόεσσες και έγχη οξέα.
Εμπρός τους η  Παλλάς  Αθηνά  έχουσα  χρυσόν λύχνον
 φως περικαλλές εποίει.
Και τότε ο Τηλέμαχος είπε στον  πατέρα του αμέσως:
Μέγα θαύμα με τους οφθαλμούς μου ορώ
Ακόμη και τοίχοι των μεγάρων και οι κίονες οι υψηλοί
Φαίνονται σαν  αστραφτερό πυρ με κάποιον θεό μέσα τους να έχουν από τον ευρύ ουρανό.
Σε αυτόν απάντησε ο πολυμήτις Οδυσσεύς:
Σιγά  τον νου σου συγκράτησε μηδέ άλλο να ερωτάς
Αυτό είναι το δίκαιο των θεών που τον Όλυμπο κρατούν.

Παρασκευή 25 Οκτωβρίου 2013

Κρατήρας Ελευθερίας

Ελεύθερον Ήμαρ
Ζ 455, Π 831, Υ 193
Η Ημέρα της Ελευθερίας
Κρατήραν Ελεύθερον Ζ 528

Μοναδικό στο είδος του εύρημα και προϊόν προηγμένης τορευτικής του 4ου αι. π.Χ., το αγγείο αυτό χρησιμοποιήθηκε ως τεφροδόχος στον τάφο Β' του Δερβενίου, ενώ αρχικά προοριζόταν για την ανάμειξη του κρασιού με νερό. 

Ο κρατήρας σώζεται ακέραιος και το χρυσό του χρώμα οφείλεται στη μεγάλη περιεκτικότητα κασσίτερου στο κράμα του χαλκού. Το ύψος του φτάνει σχεδόν το ένα μέτρο (0,91 εκατοστά). Η κεντρική σκηνή του αγγείου καλύπτεται από το ζευγάρι Διόνυσος και Αριάδνη που εικονίζεται σε μία στιγμή χαλάρωσης, ενδεχομένως ύστερα από ερωτική πράξη (ιερός γάμος). 

Η πλούσια διακόσμησή του ενσαρκώνει έναν ύμνο στον θεό Διόνυσο, στην παντοδυναμία του, στη φύση και την εξουσία του πάνω στη ζωή και τον θάνατο. Στην κύρια όψη εικονίζεται ο ιερός γάμος του θεού με την Αριάδνη. Γύρω τους κάποιες Μαινάδες - ακόλουθοι είναι συνεπαρμένες στον οργιαστικό τους χορό, ενώ άλλες κάθονται αποκαμωμένες στον ώμο του αγγείου. Μυθικές μορφές, θηρία, ήμερα ζώα, κλαδιά αμπέλου και κισσού διακοσμούν όλες τις επιφάνειες του αγγείου. Στο χείλος, μια επιγραφή με ασημένια γράμματα μαρτυρά το όνομα του κατόχου του: είναι ο Αστίων, γιος του Αναξαγόρα, από τη Λάρισα. 

Είναι το μοναδικό ακέραιο χάλκινο αγγείο με ανάγλυφες παραστάσεις που σώζεται από αυτή την εποχή. Δημιουργός του είναι ίσως ένας γλύπτης και τορευτής από κάποια ιωνική πόλη της Χαλκιδικής, που μαθήτεψε στην Αθήνα ή απλώς ήταν εξοικειωμένος με την αττική τέχνη και τεχνική. Χρονολογείται στο 330-320 π.Χ. Και μπορεί ένας…Υδραίος να μην έχει καμία δουλειά στη Λάρισα, ένας Λαρισαίος όμως στη Μακεδονία είχε, διότι… οι Αλευάδες (αρχαιότατο θεσσαλικό δυναστικό γένος, που βασίλευσε στη Θεσσαλία μέχρι και τον 2ο αι. π.Χ) οι οποίοι κατάγονταν από τον Αλεύα, εγγονό του Ηρακλή, όταν ο γειτονικός οίκος των Φερών άρχισε να γίνεται επικίνδυνος ζήτησαν τη βοήθεια των Μακεδόνων, που νίκησαν τον οίκο των Φερών και τους γλίτωσαν από τον κίνδυνο. Επειδή όμως όλα απαιτούν ανταλλάγματα, από τότε χρονολογείται και η εξάρτηση της Θεσσαλίας από τη Μακεδονία ενώ με τον καιρό οι Αλευάδες έχασαν την εξουσία και υποτάχθηκαν στον Φίλιππο Β' ο οποίος πήρε όμηρους στη Μακεδονία την αριστοκρατική οικογένεια. Οσο για την άγνωστη επιγραφή του πασίγνωστου κρατήρα ΑΣΤΙΟΥΝΕΙΟΣ ΑΝΑΞΑΓΟΡΑΙΟΙ ΕΣ ΛΑΡΙΣΑΣ πρόκειται ουσιαστικά για θεσσαλική παραλλαγή (ντοπιολαλιά) της αιολικής διαλέκτου. Αν μεταγραφόταν στην αττική διάλεκτο θα έγραφε: Αστίων Αναξαγόρου εκ Λαρίσης. Σήμερα θα μπορούσε να γράφει… (σε απόλυτα σύγχρονα θεσσαλικά) «Η Αστιουνάκους τουν Αναξαγοραίων απ' τ' Λάρσα».

 Τον κρατήρα του Δερβενίου μπορείτε να δείτε στο Αρχαιολογικό Μουσείο Θεσσαλονίκης


Διαβάστε περισσότερα Ἔρρωσο: Ο κρατήρας του Δερβενίου http://erroso.blogspot.com/2011/08/blog-post_4567.html#ixzz2ijky5HKR

....και συλλογιστείτε καλύτερα  βαθιά και πλατιά και ελεύθερα για την ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ

Πέμπτη 24 Οκτωβρίου 2013

Θούριοι Τηλέμαχοι

Telemachus and Mentor, Giovanni Battista Tiepolo, 1730


-Του δήμου ή  ιδιωτική υπόθεση σε φέρνει εδώ ΤΗΛΕΜΑΧΕ;
Λέει ο κυδάλιμος  ένδοξος  Μενέλαος στον γιο του Οδυσσέα όταν φθάνει στη  Σπάρτη.
-Ατρείδη ΜΕΝΕΛΑΕ  διοτρεφή, αρχηγέ των λαών
ήλθα  να μάθω κάτι για τον πατέρα μου τον Οδυσσέα.
Το σπίτι μου ρημάζεται τα χωράφια χάνονται
εχθρούς το σπίτι  γέμισε και μου τα σφάζουν
τα πρόβατα και τα στριφτοκέρατα βόδια δυσμενείς άνδρες.
Γι αυτό και  τώρα έρχομαι στην αυλή σου να μου πεις  αν ζει ή αν πέθανε
ή  αν κάτι άλλο άκουσες για αυτόν.
Μη θελήσεις να απαλύνεις τον πόνο μου  μόνο πες μου την αλήθεια
αν κάτι ο Οδυσσέας έκανε και έταξε σε σένα
παρακαλώ θυμήσου τα και πες μου την αλήθεια.
Η αγωνία του Τηλέμαχου για την τύχη του Οδυσσέα στο παλάτι της Σπάρτης
κατά την άφιξη του μαζί με τον γιο του Νέστορα τον Πεισίστρατο

Ραψωδία δ : Τὰ ἐν Λακεδαίμονι.

δ  Οδυσσείας
“τίπτε δέ σε χρειὼ δεῦρ’ ἤγαγε, Τηλέμαχ’ ἥρως,

ἐς Λακεδαίμονα δῖαν ἐπ’ εὐρέα νῶτα θαλάσσης;
δήμιον ἦ ἴδιον; τόδε μοι νημερτὲς ἐνίσπες.”


τὸν δ’ αὖ Τηλέμαχος πεπνυμένος ἀντίον ηὔδα·
“Ἀτρεΐδη Μενέλαε διοτρεφές, ὄρχαμε λαῶν,
ἤλυθον εἴ τινά μοι κληηδόνα πατρὸς ἐνίσποις.
ἐσθίεταί μοι οἶκος, ὄλωλε δὲ πίονα ἔργα,
δυσμενέων δ’ ἀνδρῶν πλεῖος δόμος, οἵ τέ μοι αἰεὶ
μῆλ’ ἁδινὰ σφάζουσι καὶ εἰλίποδας ἕλικας βοῦς, 320
μητρὸς ἐμῆς μνηστῆρες ὑπέρβιον ὕβριν ἔχοντες.
τοὔνεκα νῦν τὰ σὰ γούναθ’ ἱκάνομαι, αἴ κ’ ἐθέλῃσθα
κείνου λυγρὸν ὄλεθρον ἐνισπεῖν, εἴ που ὄπωπας
ὀφθαλμοῖσι τεοῖσιν ἢ ἄλλου μῦθον ἄκουσας
πλαζομένου· περὶ γάρ μιν ὀϊζυρὸν τέκε μήτηρ.
μηδέ τί μ’ αἰδόμενος μειλίσσεο μηδ’ ἐλεαίρων,
ἀλλ’ εὖ μοι κατάλεξον, ὅπως ἤντησας ὀπωπῆς.
λίσσομαι, εἴ ποτέ τοί τι πατὴρ ἐμός, ἐσθλὸς Ὀδυσσεύς,
ἢ ἔπος ἠέ τι ἔργον ὑποστὰς ἐξετέλεσσε
δήμῳ ἔνι Τρώων, ὅθι πάσχετε πήματ’ Ἀχαιοί· 330


τῶν νῦν μοι μνῆσαι, καί μοι νημερτὲς ἐνίσπες.”

Διάλογοι Μενελάου και Τηλέμαχου

Αποθρώσκοντες καπνοί

 Σήματα καπνού από ομηρικές  καπνοδόχους σε αποθρώσκοντες ανθρώπους
     


αὐτὰρ Ὀδυσσεύς,
ἱέμενος καὶ καπνὸν ἀποθρῴσκοντα νοῆσαι
ἧς γαίης, θανέειν ἱμείρεται. οὐδέ νυ σοί περ
ἐντρέπεται φίλον ἦτορ, Ὀλύμπιε; οὔ νύ τ' Ὀδυσσεὺς        60
Ἀργείων παρὰ νηυσὶ χαρίζετο ἱερὰ ῥέζων
Τροίῃ ἐν εὐρείῃ; τί νύ οἱ τόσον ὠδύσαο, Ζεῦ;"


Αποθρώσκω, από θρώσκω, αποπηδώ, ξεπετάγομαι,πολυσήμαντο  ρήμα από την ρίζα ΘΟΡ, στο οποίο ετυμολογείται και ο άνθρωπος. Ό, τι ξεπετάγεται ξεχωρίζει , όπως του πεδίου, ο λόφος είναι ΘΟΡ. Όπως θούρος δυνατός πολεμιστής, ο σκιρτών, θρωσμός θορόςτο σπέρμα του άρρενος,θόρνυμι βατεύω, έρχομαι σε συνουσία λόγω πηδήσεως του σπέρματος
To throb σκιρτώ, δονείται  η καρδιά
Throe οξύς πόνος σουβλιά
Thorn αγκαθωτός προεξέχων

Ομήρου Οδύσσεια  Κ Δούκας σελ.678

Ομηρικές  φρυκτωρίες σε νοηματικές ραψωδίες

Τετάρτη 23 Οκτωβρίου 2013

Αναχώρηση Τηλέμαχου

Ραψωδία ο  : Τηλεμάχου πρὸς Εὔμαιον ἄφιξις.

Η Αθηνά παρουσιάζεται στον Τηλέμαχο που είναι ακόμη στην Σπάρτη, τον παρακινεί να επιστρέψει στην Ιθάκη και τον συμβουλεύει πώς ν’ αποφύγει την ενέδρα των μνηστήρων. Ο Τηλέμαχος φεύγει με πλούσια δώρα του Μενέλαου και της Ελένης και, πριν μπει στην πόλη της Πύλου, επιβιβάζεται στο πλοίο του και ξεκινά. Μαζί του παίρνει και τον μάντη Θεοκλύμενο, φυγάδα από το Άργος για φόνο που έκανε εκεί. Στην Ιθάκη ο ζητιάνος-Οδυσσέας προσποιείται ότι θέλει να ξεκινήσει αμέσως για το παλάτι αλλά ο Εύμαιος τον συμβουλεύει να περιμένει τον Τηλέμαχο. Μιλά ύστερα για την άθλια ζωή του πατέρα του Οδυσσέα Λαέρτη, για τον θάνατο της μητέρας του από μαρασμό και διηγείται και την δική του θλιβερή ιστορία. Τέλος, φτάνει ο Τηλέμαχος.


ὣς ἔφατ', αὐτίκα δὲ χρυσόθρονος ἤλυθεν Ἠώς.

ἀγχίμολον δέ σφ' ἦλθε βοὴν ἀγαθὸς Μενέλαος,

ἀνστὰς ἐξ εὐνῆς, Ἑλένης πάρα καλλικόμοιο.
τὸν δ' ὡς οὖν ἐνόησεν Ὀδυσσῆος φίλος υἱός,
σπερχόμενός ῥα χιτῶνα περὶ χροῒ σιγαλόεντα        60
δῦνεν καὶ μέγα φᾶρος ἐπὶ στιβαροῖς βάλετ' ὤμοις
ἥρως, βῆ δὲ θύραζε, παριστάμενος δὲ προσηύδα
Τηλέμαχος, φίλος υἱὸς Ὀδυσσῆος θείοιο·
"Ἀτρεΐδη Μενέλαε διοτρεφές, ὄρχαμε λαῶν,

ἤδη νῦν μ' ἀπόπεμπε φίλην ἐς πατρίδα γαῖαν·
ἤδη γάρ μοι θυμὸς ἐέλδεται οἴκαδ' ἱκέσθαι."
τὸν δ' ἠμείβετ' ἔπειτα βοὴν ἀγαθὸς Μενέλαος·

"Τηλέμαχ', οὔ τί σ' ἐγώ γε πολὺν χρόνον ἐνθάδ' ἐρύξω
ἱέμενον νόστοιο· νεμεσσῶμαι δὲ καὶ ἄλλῳ
ἀνδρὶ ξεινοδόκῳ, ὅς κ' ἔξοχα μὲν φιλέῃσιν,        70
ἔξοχα δ' ἐχθαίρῃσιν· ἀμείνω δ' αἴσιμα πάντα.
ἶσόν τοι κακόν ἐσθ', ὅς τ' οὐκ ἐθέλοντα νέεσθαι
ξεῖνον ἐποτρύνῃ καὶ ὃς ἐσσύμενον κατερύκῃ.


Έτσι είπε και αμέσως ήλθε  η χρυσόθρονη αυγή.
Αμέσως  κοντά τους  πλησίασε ο βοήν  αγαθός  Μενέλαος
Αυτόν μόλις ενόησε του Οδυσσέα ο προσφιλής γιος
 Με βιασύνη τον λαμπρό χιτώνα  ενδύθηκε και μέγα μανδύα στους στιβαρούς ώμους έβαλε ο ήρως, στην  θύρα "έξοδο"  κοντά στάθηκε και είπε :
Ατρείδη Μενέλαε πρόπεμψε με στην πατρίδα γαία γιατί η καρδιά μου θέλει οίκαδε να γυρίσει. Απαντώντας ο Μενέλαος του λέει: Δεν  θα σε κρατήσω άλλο εδώ αφού επιθυμείς νόστο και θυμώνω  με όποιον άνδρα ξενόδοκο υπερβολικά αγαπά και τον κατακρατεί.
Καλύτερον το πρέπον πάντα.

"Μέτρον το άριστον"

 Ο  κυδάλιμος Μενέλαος υπογραμμίζει και  το μέτρον  περιφρουρεί στην Ο ραψωδία και στου Τηλέμαχου την Επιστροφή

Δευτέρα 21 Οκτωβρίου 2013

Αποχαιρετισμός στους Φαίακες

Στο νησί των Φαιάκων

"Ἀλκίνοε κρεῖον, πάντων ἀριδείκετε λαῶν,
πέμπετέ με σπείσαντες ἀπήμονα, χαίρετε δ' αὐτοί.

ἤδη γὰρ τετέλεσται ἅ μοι φίλος ἤθελε θυμός,        40

πομπὴ καὶ φίλα δῶρα, τά μοι θεοὶ Οὐρανίωνες
ὄλβια ποιήσειαν· ἀμύμονα δ' οἴκοι ἄκοιτιν
νοστήσας εὕροιμι σὺν ἀρτεμέεσσι φίλοισιν.
ὑμεῖς δ' αὖθι μένοντες ἐϋφραίνοιτε γυναῖκας
κουριδίας καὶ τέκνα· θεοὶ δ' ἀρετὴν ὀπάσειαν
παντοίην, καὶ μή τι κακὸν μεταδήμιον εἴη."


Αλκίνοε κρατεέ 

αξιοσημείωτος σταθμός όλων των ανθρώπων και των λαών το νησί σας
πέμπετε με σαν να κάνετε σπονδή  αβλαβή, γεια και χαρά σας.
Ήδη  ετελέστησαν  όσα το φυλοκάρδι μου ήθελε
πομπή και φίλων δώρα τα οποία οι Ουρανίωνες θεοί  ευτυχή μου έκαναν.
Την  άψογη σύγκοιτη σαν νοστήσω ας εύρισκα και τους φίλους μου γερούς.
και εσείς εδώ που μένετε να ευφραίνεστε με τις γυναίκες τις κόρες και τα τέκνα σας

και οι θεοί αρετή να σας δίνουν παντού και κανένα κακό να μην βρει τον δήμο σας


. ἀνὰ δ' ἵστατο δῖος Ὀδυσσεύς,
Ἀρήτῃ δ' ἐν χερσὶ τίθει δέπας ἀμφικύπελλον

καί μιν φωνήσας ἔπεα πτερόεντα προσηύδα·
"χαῖρέ μοι, ὦ βασίλεια, διαμπερές, εἰς ὅ κε γῆρας

ἔλθῃ καὶ θάνατος, τά τ' ἐπ' ἀνθρώποισι πέλονται.        60

αὐτὰρ ἐγὼ νέομαι· σὺ δὲ τέρπεο τῷδ' ἐνὶ οἴκῳ
παισί τε καὶ λαοῖσι καὶ Ἀλκινόῳ βασιλῆϊ."

Σηκώθηκε ο δίος Οδυσσέας και στης Αρήτης τα χέρια θέτει δέπας αμφικύπελλον
και της φωνάζει με έπεα πτερόεντα λέγοντας:
Χαίρε βασίλισσα πέρα ως πέρα
ώσπου το γήρας να έλθει και ο θάνατος
αυτά που έρχονται στους ανθρώπους

Εγώ πάλι γυρίζω να τέρπεσαι  τα παιδιά σου τον λαό  και τον Αλκίνοο τον βασιλιά

ὣς εἰπὼν ὑπὲρ οὐδὸν ἐβήσετο δῖος Ὀδυσσεύς.63

Αυτά ως είπε, υπερέβη το Κατώφλι  του Χρόνου και του Ομηρικού Χώρου ο δίος Οδυσσέας

Σάββατο 19 Οκτωβρίου 2013

Τηλέκλυτος Τοξοσύνη

ΤΟΞΟΣΥΝΗ, η Τέχνη του Τοξεύειν

Την  περίφημη τοξοσύνη να την τραγουδάς μαζί με την ξακουστή  Ομηρική Ελληνοσύνη σε Έπη Τηλεμαχικής Καρδιάς


Ο βίος και το τόξο του


Ἡράκλειτος :Ἡ Ἁρμονία τῶν Ἀντιθέτων
"Τῷ οὖν τόξῳ ὄνομα βίος, ἔργον δὲ θάνατο"

Οδυσσέας   και  Φιλοκτήτης


Πολύ καλά γνωρίζω την τέχνη του τόξου
 και μόνο ο Φιλοκτήτης με ξεπερνά
 δηλώνει στους Φαίακες   ο Οδυσσέας θαρρετά



θ Οδύσσσειας
εὖ μὲν τόξον οἶδα ἐΰξοον ἀμφαφάασθαι·

πρῶτός κ' ἄνδρα βάλοιμι ὀϊστεύσας ἐν ὁμίλῳ

ἀνδρῶν δυσμενέων, εἰ καὶ μάλα πολλοὶ ἑταῖροι

ἄγχι παρασταῖεν καὶ τοξαζοίατο φωτῶν.

οἶος δή με Φιλοκτήτης ἀπεκαίνυτο τόξῳ

δήμῳ ἔνι Τρώων, ὅτε τοξαζοίμεθ' Ἀχαιοί· 220



.....από τα τραγούδια ενός  βίου


Εκπαιδεύοντας στην τοξοβολία τον ΤΗΛΟΘΙ  πολεμιστή  ΑΓΧΙ Οδυσσεία και Ιλιάς μαζί 

 ΒΑΣΙΚΕΣ ΑΡΧΕΣ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΙΚΗΣ ΤΟΞΟΒΟΛΙΑΣ
1. Δεν χάνουμε ποτέ την ψυχραιμία μας, την νηφαλιότητα μας και το ...χιούμορ μας.
2. Γνωρίζουμε καλά το θέμα, το έχουμε μελετήσει, το έχουμε σκεφτεί, το επεξεργαστήκαμε, το δοκιμάσαμε και αποφεύγουμε να παπαγαλίζουμε αυτάρεσκα κάτι.Με απλά λόγια νιώθουμε και κατανοούμε αυτό που λέμε και μπορούμε το εξηγήσουμε, τόσο με την αριστερή σκέψη, όσο και με την δεξιά λογική.
3. Ο κώδικας τιμής των πολεμιστών δεν επιτρέπει χτυπήματα κάτω από την μέση, ύβρεις, και προσωπικές επιθέσεις σε κάποιον.
4. Όλα είναι συμβολικά και αναφέρονται έτσι. Ο νοών νοείτω...
5. Όσο αιχμηρά και να είναι τα βέλη των πολεμιστών μερικές φορές, πάντα αφήνουν το περιθώριο για την επανεξέταση του θέματος και της καλής διάθεσης, προωθώντας τον διάλογο.
6. Οι καλοί τοξοβόλοι πολεμιστές, πάντα ακούνε προσεχτικά τον συνομιλητή τους. Δεν βιάζονται ούτε να συμφωνήσουν μαζί του, ούτε να διαφωνήσουν.Ακούν προσεχτικά, τι λέει, πως το λέει, γιατί το λέει , πόσο δυνατά το υποστηρίζει και τι κερδίζει... από αυτό που λέει.
7. Οι πολεμιστές δεν υποτιμούν το αντίπαλο τους, ούτε τον συνομιλητή τους, γιατί αυτό ισοδυναμεί με 
την υποτίμηση των ιδίων. 

Ο σεβασμός προς τον άλλον είναι πάντα...αυτοσεβασμός
 και είναι ένα αίσθημα,που.... ΔΕΝ ΞΕΧΝΟΥΝ ΠΟΤΕ!