Τετάρτη 16 Δεκεμβρίου 2015

Το Κλέος των Ομηρικών Επών

                                 Μούσα ΚΛΕΙΩ

 Φήμη και δόξα

Ο εντονότερος και πλέον επιθυμητός στόχος των ηρωικών μορφών στα ομηρικά έπη είναι να αποκτήσουν κλέος. Σ᾽ έναν κατά βάση ανταγωνιστικό κόσμο, όπου η υπόληψη ενός ήρωα ή μιας ηρωίδας εξαρτάται σε σημαντικό βαθμό από το πώς τους βλέπουν και τους συζητούν οι άλλοι, το κλέος είναι το θεμελιώδες μέτρο για την αξία τους απέναντι στον εαυτό τους και στους άλλους. Σημαδεύει την κοινωνική τους ταυτότητα μέσα στο έπος, την ιστορία τους, που επιβιώνει στο στόμα των άλλων.
Η λέξη κλέος έχει στα δύο ομηρικά έπη δύο κύριες (συχνά συμπληρωματικές μεταξύ τους και επικαλυπτόμενες) σημασίες. Στην πρώτη, κάπως ουδέτερη, σημασία του το κλέος (με συναφές το ρήμα κλύω «ακούω») αναφέρεται σε «ό,τι ακούγεται» για ένα πράγμα, γεγονός ή ηρωικό υποκείμενο· κατ᾽ επέκταση, στη φήμη και στις διαδόσεις που κυκλοφορούν από στόμα σε στόμα και αποτελούν συχνά είδηση. Στην Ιλιάδα ο Αγαμέμνονας ντύνεται για την επικείμενη αριστεία του τον θώρακά του, που του τον δώρισε, λέει ο ποιητής, ο Κινύρας από την Κύπρο, μόλις έφτασε στο νησί του η μεγάλη είδηση (μέγα κλέος, Λ 21) για την αναχώρηση των Αχαιών στην Τροία. Στην Οδύσσεια ο Τηλέμαχος ρωτά τον χοιροβοσκό Εύμαιο για τη φήμη (κλέος, π 461) που κυκλοφορεί στην πόλη της Ιθάκης σχετικά με την επιστροφή του νεαρού ήρωα από την Πελοπόννησο.
Ακόμη και αντικείμενα, μέρη, μνημεία και γεγονότα έχουν κλέος ή χαρακτηρίζονται με το επίθετο κλυτός «ξακουστός», καθώς, άμεσα συνδεδεμένα με την ταυτότητα και τον ρόλο των ηρωικών μορφών, οι άλλοι τα συζητούν και έχουν να διηγηθούν κάτι γι᾽ αυτά τόσο στο παρόν όσο και στο μέλλον.
Στη δεύτερη -επιτονισμένη προέκταση της πρώτης- σημασία του το κλέος (με συγγενή τον επικό ρηματικό τύπο [ἐπι]κλείω«επαινώ, δοξάζω»), δηλώνει τη δόξα. Στην Ιλιάδα ο τρωαδίτης επίκουρος Ιφιδάμαντας, επιδιώκοντας τη δόξα σε βάρος των Αχαιών (κλέος […] Ἀχαιῶν, Λ 227), εγκατέλειψε τον γαμήλιο θάλαμό του και ήρθε να πολεμήσει στην Τροία. Κοιμήθηκε ωστόσο νιόγαμπρος τον χάλκινο ύπνο, μένοντας διάσημος με 27 περίπου στίχους. Στην Οδύσσεια η θεά Αθηνά αναφέρει στον Τηλέμαχο πως ο Ορέστης κατέκτησε δόξα (κλέος, α 298) πανανθρώπινη εξοντώνοντας τον Αίγισθο, που σκότωσε τον ξακουστό (κλυτόν, α 300) πατέρα του νεαρού ήρωα.
Το κλέος έχει σαφέστερη εγκωμιαστική χροιά στη σύνδεσή του με την αοιδή. Εξάλλου, το μέσο που διαδίδει και συντηρεί στα ομηρικά έπη το κλέος (στον πληθυντικό κλέα) είναι το τραγούδι. Οι αοιδοί δοξάζουν (κλείουσιν) τα ἔργα ἀνδρῶν τε θεῶν τε(α 338), ενώ τα κλέα ἀνδρῶν είναι το κεντρικό θέμα των τραγουδιών τους (θ 73, πρβ. I 189, Ησίοδος Θεογονία 99-100). Το κλέος έτσι δεν είναι μια αφηρημένη και απροσδιόριστη έννοια, καθώς η ύπαρξή του προϋποθέτει την επική ιστορία. Στα ομηρικά έπη αοιδοί και ποιητής ψάλλουν και διηγούνται κατορθώματα θεών και ηρώων που έχουν κλέος, προσδίδοντάς τους παράλληλα κλέος. Έτσι, μέσα στο επικό τραγούδι τα γεγονότα αποκτούν ένα είδος μονιμότητας και αντικειμενικής ύπαρξης που, σε σχέση με τη σύντομη ζωή των ακροατών, τα εδραιώνει στη σφαίρα της αιωνιότητας.
Κατά κάποιον τρόπο έξω από το έπος δεν υπάρχει κλέος. Οι ηρωικές μορφές αποκτούν φήμη και δόξα και έτσι γίνονται αοίδιμοι, άξιοι να τους θυμούνται μέσα από το επικό τραγούδι οι επόμενες γενιές. Στην Ιλιάδα ἀοίδιμοι για τις συμφορές που προκάλεσαν σε Αχαιούς και Τρώες θα γίνουν από τους κατοπινούς ανθρώπους η Ελένη με τον Αλέξανδρο (Ζ 357-358), ενώ στηνΟδύσσεια το κλέος της Πηνελόπης θα διαιωνιστεί με ωραίο τραγούδι (ω 196-198). Επίσης, το κλέος ανακλάται μέσα στο επικό τραγούδι, όταν ο Αχιλλέας ψάλλει κλέα ἀνδρῶν (I 189) και ο Οδυσσέας αυτοεπαινείται στους Φαίακες για το ανυπέρβλητο κλέος του (ι 20), που λίγο πριν έψαλλε ο αοιδός Δημόδοκος.
Η έγνοια των ηρώων και των ηρωίδων να επιβιώσουν μέσα στο επικό τραγούδι αντιστοιχεί στο ενδιαφέρον του ίδιου του ποιητή να προσδώσει μιαν ανάλογη ποιότητα στα γεγονότα που συνθέτουν το κλέος, εφόσον αυτό είναι το κύριο θεματικό υλικό της επικής του ιστορίας. Αν και ο Όμηρος δεν ομολογεί στο έπος το δικό του κλέος, δοξάζοντας ωστόσο τους ήρωες και τις ηρωίδες του παρελθόντος, προεξοφλεί κατά κάποιον τρόπο τη φήμη του δικού του έργου. Κατ᾽ επέκταση, ο έπαινος του ποιητή για το κλέος των ηρωικών του μορφών μπορεί να εκληφθεί και ως εγκώμιο για την ποίησή του.
Η σημασία που έχει το κλέος στα ομηρικά έπη προκύπτει και από το ότι εμπλέκεται στη σχέση εξάρτησης του ποιητή και του αοιδού από τις Μούσες, με την παρέμβαση των οποίων κατοχυρώνεται στη μνήμη των ακροατών η φήμη και η δόξα των ηρωικών μορφών. Ο ποιητής στην Ιλιάδα, λίγο πριν αρχίσει ο Κατάλογος των Πλοίων, επικαλείται τη βοήθεια των Μουσών, για να μπορέσει να αρχίσει την εκτενή διήγηση των δυνάμεων των Αχαιών που μετείχαν στον πόλεμο της Τροίας (Β 484-492):
Ψάλετέ μου τώρα, Μούσες, που ζείτε στα Ολύμπια παλάτια, γιατί εσείς είστε θεές, και βρίσκεστε παντού, και τα ξέρετε όλα· εμείς μόνο τη φήμη [κλέος] ακούμε και δεν ξέρουμε τίποτε: ποιοι ήταν οι αρχηγοί των Δαναών και οι κυβερνήτες; Για τους πολλούς δε θα μπορούσα να μιλήσω, ούτε να πω τα ονόματά τους, κι αν ακόμα είχα δέκα γλώσσες και δέκα στόματα και φωνή που δε θα έσπαζε και είχα ατσαλένια καρδιά μέσα μου, εκτός αν οι Ολυμπιάδες Μούσες, οι κόρες του Δία που κρατεί την αιγίδα, μου θύμιζαν πόσοι ήρθαν κάτω από το Ίλιο.
Οι Μούσες γνωρίζουν και ελέγχουν τα πάντα (παρελθόντα, παρόντα και μέλλοντα, κοντινά και μακρινά). Η πανταχού παρουσία και παντογνωσία τους εγγυάται την αλήθεια, την ακριβή και αξιόπιστη γνώση, η οποία στην επική παράδοση συνδέεται με τη Μνημοσύνη (Ησίοδος Θεογονία 52-53). Αντίθετα προς τις Μούσες, οι θνητοί/ποιητές αγνοούν την αλήθεια των γεγονότων, υποστηρίζοντας τη διήγησή τους μόνο με φήμες (κλέος) που ακούν, με τις προφορικές διαδόσεις και παραδόσεις. Έτσι, αρχικά το κλέος, με τη σημασία της φήμης, της επαναλαμβανόμενης πληροφορίας που κυκλοφορεί ανάμεσα στους ανθρώπους, υποστηρίζει την αντίθεση ανάμεσα στην άγνοια των θνητών/ποιητών και στην παντογνωσία των Μουσών. Όμως, με την προσφυγή του ποιητή στις Μούσες, για να του θυμίσουν τους αρχηγούς των Αχαιών και τα καράβια τους, κατοχυρώνεται κατά κάποιον τρόπο η αντικατάσταση του «κλέους-φήμη» με το αξιόπιστο, θεϊκής προέλευσης, κλέος, που του υποβάλλουν ως μάρτυρες των γεγονότων οι κόρες του Δία. Διακρίνεται έτσι το έργο του ποιητή από άλλες προφορικές παραδόσεις (τῶν πρόσθεν […] κλέα ἀνδρῶν | ἡρώων, I 524-525) που διηγούνται οι ήρωες στο έπος. Στην Οδύσσεια, εξάλλου, ο ποιητής αναφέρει πως η Μούσα εμπνέει στον αοιδό Δημόδοκο τα κλέα ἀνδρῶν (θ 73, πρβ. 481, 488, Ησίοδος Θεογονία 22-23):
η Μούσα παρακίνησε τον αοιδό να ψάλει τα κατορθώματα
γενναίων ανδρών [κλέα ἀνδρῶν].
Κατ᾽ επέκταση, ποιητές και αοιδοί στα ομηρικά έπη εμφανίζονται ως διαμεσολαβητές των Μουσών, ώστε δικαιολογημένα το έργο του ποιητή να συνοψίζεται στο «ακούω τη φήμη, δοξάζω τα έργα, τέρπω τους ανθρώπους» (Schadewaldt 1980, 99). Ωστόσο, η εξαρτημένη σχέση του ποιητή από τις Μούσες μπορεί και να μην είναι μόνο δείγμα υποταγής ή μετριοπάθειας, αλλά και ευέλικτος και αποτελεσματικός τρόπος διαφήμισης της δικής του τέχνης. 
Στην πραγματικότητα ο ίδιος ο ποιητής είναι τεχνίτης του κλέους. Το ίδιο το ομηρικό ποίημα αποφέρει δόξα, με αποτέλεσμα το μήνυμα (κλέος) να εμφανίζεται ως δημιουργία του μέσου (της αοιδής) που το διαδίδει.
Λ. Πόλκας

Δευτέρα 14 Δεκεμβρίου 2015

Ευκλεής και ακλεής θάνατος

 Το κλέος στην Οδύσσεια

Η Ιλιάδα και η Οδύσσεια στηρίζονται σε μια κοινή παράδοση όσον αφορά το κλέος. Αυτή όμως η παράδοση τροποποιείται στηνΟδύσσεια, προκειμένου να εξυπηρετηθούν οι διαφορετικές προτεραιότητες του μεταγενέστερου έπους. Η Ιλιάδα είναι πολεμικό ποίημα, που υμνεί τη θνητότητα των ηρώων και τον αγώνα που δίνουν προκειμένου να κατακτήσουν την αθάνατη δόξα. Ο γυρισμός στην πατρίδα επαινείται μόνο στην περίπτωση που είναι νεκρώσιμος (παραδείγματα Σαρπηδόνα, Έκτορα). ΗΟδύσσεια είναι μεταπολεμικό ποίημα, που δοξάζει την επιβίωση, τον αγώνα που δίνει ο ήρωας, για να απεγκλωβιστεί από τον κλοιό του θανάτου που του επιφυλάσσει ο πόλεμος και να επιστρέψει ζωντανός στους δικούς του και στην πατρίδα του.

Η εξέλιξη του βασικού θέματος της Οδύσσειας, ο νόστος (εξωτερικός και εσωτερικός), ευνοεί την εμφάνιση και απόλεμων μορφών κλέους που δεν απαντούν στην Ιλιάδα. Στο πλαίσιο, για παράδειγμα, της φιλοξενίας τόσο ο οικοδεσπότης όσο και ο φιλοξενούμενος μπορεί να αποκτούν κλέος, κυρίως στη μορφή της φήμης και του καλού ονόματος. Έτσι ο νεαρός Τηλέμαχος κατά τη φιλόξενη παραμονή του στον Νέστορα και στον Μενέλαο κερδίζει το κλέος του, την ηρωική του ταυτότητα, ενώ ο πατέρας του, ανώνυμος ξένος των Φαιάκων, εύχεται στον Δία να εξασφαλίσει στον Αλκίνοο ἄσβεστον κλέος (η 333), στην περίπτωση που ο ξενιστής του βασιλιάς τηρήσει τη γενναιόδωρη υπόσχεσή του και τον στείλει στην πατρίδα του. Γενικότερα, το βλέμμα του ποιητή στην Οδύσσεια εποπτεύει ένα ευρύ φάσμα κοινωνικών σχέσεων και θεσμών, που εμπλέκονται στην επιβίωση, καθώς και στο κλέος και στον νόστο που συνεπάγεται η επιβίωση.
Παρά τις επιμέρους, εξωτερικές αντιθέσεις της προς την Ιλιάδα, η Οδύσσεια δεν αρνείται το ιλιαδικό κλέος του θανάτου, όπως το εκφράζει τουλάχιστον ο πρωταγωνιστής της Αχιλλέας. Αντίθετα, το υποδέχεται, αναγνωρίζει καταρχήν τη σημασία του και το επαινεί. Στον επίλογο της Οδύσσειας συναντώνται στον Άδη οι ψυχές των δύο εσωτερικών εχθρών της Ιλιάδας, του Αχιλλέα και του Αγαμέμνονα, και συνομιλούν δείχνοντας ασυνήθιστη αμοιβαία συμπάθεια για το διαφορετικό τους τέλος. Πρώτα η σκιά του Αχιλλέα με μιαν ανεκπλήρωτη ευχή συμπάσχει για τον φριχτό θάνατο που βρήκε ο Αγαμέμνονας φτάνοντας στην πατρίδα του (ω.30-34):
Μακάρι τότε, τιμημένον με βασιλική τιμή, στην Τροία εκεί
να σε είχε βρει ο θάνατος, το τέλος της ζωής.
Οπότε κι οι Παναχαιοί τύμβο θα ύψωναν να σε τιμήσουν,
κι ακόμη θ᾽ άφηνες μεγάλο κλέος [μέγα κλέος] κληρονομιά στον γιο σου.
Μα τώρα ήταν πεπρωμένο σου λάφυρο να σε πάρει
ένας τρισάθλιος θάνατος.
Εμπόλεμος θάνατος στην Τροία, που σφραγίζεται με ταφή και τιμητικό τύμβο από τους συμπολεμιστές, συνθέτουν το μέγα κλέος που ο βασιλιάς των Αχαιών τελικά δεν άφησε πίσω του με τον άδοξο νόστο του. Στερήθηκε δηλαδή ό,τι κέρδισε πεθαίνοντας νέος στον πόλεμο της Τροίας ο Αχιλλέας. Αυτό εξάλλου ομολογεί, με την επόμενη απάντησή του, η σκιά του Αγαμέμνονα μακαρίζοντας τον νεκρό Αχιλλέα (ω 36-94): θάνατος στην Τροία, μάχη των Αχαιών γύρω από το σώμα του, θρήνος και τύμβος με παρεπόμενες τιμές αναδεικνύουν τον ωκύμορο ήρωα της Ιλιάδας ὄλβιον (ω 36), που άφησε πίσω του κλέος ἐσθλόν (ω 93-94):
Εσύ, Αχιλλέα, και νεκρός έσωσες έτσι τ᾽ όνομά σου,
αφού για πάντα, σ᾽ όλους τους ανθρώπους, λαμπρό το κλέος σου θα μείνει [κλέος ἔσσεται ἐσθλόν].
Αντιδιαστέλλοντας τον δικό του άγριο χαλασμό, που τον βρήκε από τον Αίγισθο και την άπιστη σύζυγό του, ο νεκρός Αγαμέμνονας (ω 96-97) εγκωμιάζει έμμεσα την απόφαση του Αχιλλέα στην Ιλιάδα να πεθάνει στην Τροία στερούμενος τον νόστο του. Στη «Μεγάλη Νέκυια» πάντως, όταν η σκιά του Αχιλλέα θρηνώντας συναντά τον ζωντανό Οδυσσέα (λ 467 κ.ε.), νοσταλγεί τη ζωή.
Ο Οδυσσέας, που εξηγεί στον νεκρό συμπολεμιστή του ότι κατέβηκε στον Άδη προκειμένου να μάθει τον δρόμο του μετέωρου ακόμη νόστου του, μακαρίζει, όπως η ψυχή του Αγαμέμνονα, τον νεκρό Αχιλλέα, χαρακτηρίζοντάς τον μάλιστα ευτυχέστερο (μακάρτατον, λ 483) των θνητών στο παρόν και στο μέλλον: όσο ζούσε ο Αχιλλέας, οι Αργείοι τον τιμούσαν σαν θεό· αλλά και στον Άδη, αν και νεκρός, ο ήρωας διατηρεί στο ακέραιο την πολεμική του δύναμη - γι᾽ αυτό, δεν θα πρέπει να θλίβεται για τον θάνατό του. Ο Αχιλλέας ωστόσο απωθεί πρώτα την παρηγοριά του Οδυσσέα να μη θλίβεται και ύστερα τον έπαινό του, απαντώντας ότι θα προτιμούσε να ζούσε ως υπηρέτης φτωχού αφέντη στη γη παρά να είναι βασιλιάς των νεκρών (λ 488-491). Όπως προκύπτει και από τη συνέχεια του διαλόγου (λ 492-540), μέσα από την αντιπαραβολή της μεταπολεμικής επιβίωσης προς τον θάνατο, τονίζεται η διαφορετική μοίρα των δύο ηρώων.
Η ανεκπλήρωτη επιθυμία του νεκρού Αχιλλέα να υπερασπιστεί τον απροστάτευτο από τις απειλές των εχθρών του γέροντα Πηλέα στη Φθία (λ 494-503, πρβ. Ω 538-542) πραγματώνεται από τον Οδυσσέα, καθώς ο ήρωας, με τον νόστο του, θα εκδικηθεί τους μνηστήρες που απειλούσαν τη ζωή του γέροντα πατέρα του Λαέρτη. Σε αντίθεση επίσης προς τον Οδυσσέα, που θα συναντηθεί με τον γιο του Τηλέμαχο και θα εκτελέσουν μαζί το σχέδιο της μνηστηροφονίας, ο νεκρός Αχιλλέας δεν θα μπορέσει να σμίξει με τον γιο του Νεοπτόλεμο, για να συμμετάσχει ζωντανός στην αριστεία του κατά την άλωση της Τροίας (λ 492-493, 505-537). Σε σχέση με τα επόμενα δρώμενα της Οδύσσειας, ο Οδυσσέας, γυρίζοντας στο σπίτι του, κατορθώνει ό,τι δεν κατόρθωσε με τον πρώιμο θάνατό του στον πόλεμο ο Αχιλλέας.
Από την άλλη μεριά, ο γιος του Αχιλλέα Νεοπτόλεμος συστήνεται από τον Οδυσσέα ως άξιος αντικαταστάτης, πρόμαχος του πατέρα του στον πόλεμο της Τροίας, βγαίνοντας σώος από τα δεινά του (λ 534-535). Κατορθώνει έτσι ό,τι δεν μπόρεσε να πετύχει με το ἄφθιτον κλέος του ο πατέρας του, ο οποίος, μετά το τέλος του διαλόγου του με τον Οδυσσέα, επιστρέφει, με καμάρι για τον γιο του, στο ασφοδελό λιβάδι του Άδη (λ 538-540). Η αριστεία βέβαια του Νεοπτόλεμου στην άλωση της Τροίας κατορθώνεται με τη διαρκή καθοδήγηση και προστασία που του παρέχει ο Οδυσσέας, αντικαθιστώντας κατά κάποιον τρόπο στον ρόλο του πατέρα τον Αχιλλέα. Εγκωμιάζοντας έτσι ο Οδυσσέας στον νεκρό Αχιλλέα τον γιο του Νεοπτόλεμο, επαινεί έμμεσα το δικό του στρατήγημα της άλωσης της Τροίας: την ενέδρα (λόχον, λ 525) με τον δούρειο ίππο, χάρη στο οποίο κατέκτησε το αοίδιμο κλέος του στην Οδύσσεια (θ 487-531, πρβ. λ 505-537).
Μέσα λοιπόν από τη διήγηση του Οδυσσέα, το κλέος του Αχιλλέα που του υποσχέθηκε η Ιλιάδα με τον πρώιμο θάνατό του στην Τροία, υποχωρεί στο κλέος που κερδίζει ο πρωταγωνιστής της Οδύσσειας με την άλωση της Τροίας αλλά και έμμεσα με τον νόστο του. Ο Οδυσσέας έτσι βγαίνει διπλά κερδισμένος: κατακτά πολεμικό κλέος εκπορθώντας την Τροία και επιπρόσθετα κατορθώνει να γυρίσει στο σπίτι του. Ο τρόπος εντούτοις με τον οποίο ένας ήρωας πεθαίνει, καθορίζει το κλέος του. Έτσι, στην Ιλιάδα το τέλος του Αχιλλέα προεξαγγέλλεται ως πρώιμος και ένδοξος θάνατος στο πεδίο της μάχης. ΣτηνΟδύσσεια αντίθετα το τέλος του πορθητή της Τροίας προφητεύεται από τον μάντη Τειρεσία (λ 134-137 = ψ 281-284) ως ήσυχος και γλυκός θάνατος στη στεριά, που θα βρει τον ηγεμόνα ήρωα σε βαθιά γεράματα και ανάμεσα σε υπηκόους που ζουν ὄλβιοι(ευτυχισμένοι και ευλογημένοι με όλα τα εγκόσμια αγαθά).
Με τον νόστο του ο Οδυσσέας ξεχωρίζει τόσο από τον Αχιλλέα όσο και από τον Αγαμέμνονα, καθώς δεν μπόρεσε πεθαίνοντας στην Τροία να κερδίσει το κλέος που πέτυχε ο Αχιλλέας. Εντούτοις, στην Οδύσσεια ο άδοξος θάνατος και η παρεπόμενη στέρηση του κλέους του Αγαμέμνονα εμφανίζονται ως απειλητικό ενδεχόμενο και για τον Οδυσσέα. Στην πρώτη ραψωδία ο Τηλέμαχος, εκμυστηρευόμενος τον κρυφό καημό του για τον χαμένο πατέρα του στην Αθηνά-Μέντη, μιμείται παραλλάσσοντας την ανεκπλήρωτη ευχή του Αχιλλέα προς τον Αγαμέμνονα (α 237-243, 237-240 ≈ ω 30-33):
Αν έβρισκε τον θάνατο, δεν θα ᾽ταν ο καημός μου τόσος,
αν είχε σκοτωθεί στην Τροία εκεί, με τους συντρόφους του στο πλάι,
ή, με το τέλος του πολέμου, ξεψυχούσε στων δικών του τα χέρια·
τότε οι Παναχαιοί θα τον τιμούσαν τύμβο υψώνοντας,
και για κληρονομιά στον γιο του θ᾽ άφηνε μεγάλη δόξα [μέγα κλέος].
Μα να που τώρα ανήκουστον [ἀκλειῶς] τον έχουν αναρπάξει οι Άρπυιες,
κι εξαφανίστηκε, χωρίς κανείς να μάθει πού και πώς,
αφήνοντας σ᾽ εμένα οδυρμούς κι οδύνες.
Όπως ο Αχιλλέας εύχεται στον Αγαμέμνονα στο τέλος της Οδύσσειας, έτσι και ο Τηλέμαχος στην αρχή του έπους λέει ότι θα ήταν καλύτερα να πέθαινε ο πατέρας του στον πόλεμο της Τροίας· θα είχε έτσι τουλάχιστον έναν τιμημένο τύμβο, ενώ ο γιος του, όπως ο Ορέστης, θα είχε κληρονομήσει μέγα κλέος (α 240, πρβ. ω 34). Ανάμεσα ωστόσο στις δύο ανεκπλήρωτες ευχές υπάρχει μια χαρακτηριστική διαφορά. Ενώ ο βασιλιάς των Αχαιών βρήκε τρισάθλιο θάνατο επιστρέφοντας στην πατρίδα του, ο πρωταγωνιστής της Οδύσσειας, κατά τον Τηλέμαχο, δεν πέθανε στα χέρια των δικών του, αλλά χάθηκε ἀκλειῶς: τον άρπαξαν στις εσχατιές του κόσμου οι Άρπυιες (προσωποποιημένες δυνάμεις των θυελλωδών ανέμων)· χωρίς να αφήσει πίσω του κανένα ίχνος (ἄϊστος) και χωρίς να μπορεί κάποιος να τον μνημονεύσει, να πει κάτι μέσα στο έπος γι᾽ αυτόν (ἄπυστος).
Το απελπισμένο αδιέξοδο του νεαρού ήρωα μπορεί να είναι υπερβολικό, όχι όμως και παντελώς άστοχο. Ο πατέρας του τη στιγμή αυτή είναι εγκλωβισμένος στο απόκοσμο νησί της Ωγυγίας, όπου η Καλυψώ τον θέλγει, όπως οι Σειρήνες, να ξεχάσει την Ιθάκη (α 56-57, ε 61), με αντάλλαγμα την αθανασία και την αγηρασία (ε 136 = ψ 336). Η επικείμενη απελευθέρωση του Οδυσσέα από τα καλυπτήρια θέλγητρα της νύμφης σηματοδοτεί την άρνησή του να διαγραφεί ἄϊστος και ἄπυστος από τη σκέψη των ανθρώπων και από την παρεπόμενη μεταθανάτια φήμη που του εξασφαλίζει το έπος της Οδύσσειας.
Ο έντονα διαφοροποιημένος από του Αγαμέμνονα χαμός του Οδυσσέα από προσώπου γης, όπως τον φαντασιώνεται ο Τηλέμαχος, έχει τη σημασία του: θέτει σε εκκρεμότητα τον νόστο του πρωταγωνιστή της Οδύσσειας, υποκινώντας το ερώτημα αν ζει τελικά ή πέθανε. Ταυτόχρονα ευνοεί την ανάπτυξη του, συμπληρωματικού προς τον νόστο, θέματος της αναζήτησης του πατέρα από τον γιο του. Αργότερα βέβαια, όταν ο νεαρός ήρωας ψάχνει κρυφά από τη μητέρα του το κλέος του αγνοούμενου πατέρα του στην Πελοπόννησο, η Πηνελόπη φοβάται μήπως προσθέσει στον θρήνο της για την άδοξη εξαφάνιση του ένδοξου άντρα της και τον «ανήκουστο» (ἀκλέα) χαμό του γιου της (δ 727-728).
Ο ένδοξος θάνατος στην Τροία ως προτιμητέα ηρωική συνθήκη από την άδοξη εξαφάνιση, την οποία νομίζει συντελεσμένη για τον πατέρα του ο Τηλέμαχος (αργότερα για τον Οδυσσέα και ο πιστός του δούλος ο Εύμαιος, ξ 368-371), εκφράζεται και από τον ίδιο τον πρωταγωνιστή της Οδύσσειας στο ναυάγιό του της πέμπτης ραψωδίας (ε 306-312):
Καμιά πια σωτηρία, σκέτος όλεθρος. Ευτυχισμένοι
τρεις και τέσσερις φορές οι Δαναοί που είχαν την τύχη
στην ευρύχωρη Τροία να χαθούν για τους Ατρείδες.
Κι εγώ μακάρι εκεί να ᾽χα τελειώσει,
εκεί να μ᾽ έβρισκε η μοίρα του θανάτου, τη μέρα εκείνη που Τρώες
αμέτρητοι με σημαδεύαν με τα χάλκινά τους δόρατα,
καθώς για τον νεκρό Αχιλλέα πολεμούσα.
Τότε θα με τιμούσαν και με του τάφου τα κτερίσματα,
το όνομά μου οι Αχαιοί θα το είχαν δοξασμένο [κλέος ἦγον Ἀχαιοί]. Μα τώρα το γραφτό μου
ήταν να γίνω λεία ανήκουστου θανάτου.
Το ενδεχόμενο ο Οδυσσέας να βρει «ανήκουστο» (λευγαλέον) θάνατο στο πέλαγος ανακαλεί τον φόβο του ιλιαδικού Αχιλλέα μήπως τον πνίξει ο Σκάμανδρος (ε 312, Φ 281). Οι δύο ήρωες, αν ήταν να εξαφανιστούν χωρίς να τους πάρει είδηση κανείς, εύχονται να τους έβρισκε ένας συγκεκριμένος, ηρωικός θάνατος στη σύγκρουση με τους αντιπάλους τους στο πεδίο της μάχης. Η ιδέα και στα δύο ομηρικά έπη είναι κοινή: ο πρώιμος θάνατος του πολεμιστή στο πεδίο της μάχης εξασφαλίζει το κλέος του, που διαιωνίζεται μέσω του τιμητικού τύμβου. Εξάλλου, όπως ο Πάτροκλος καλεί τον Αχιλλέα στην Ιλιάδα να τον θάψει (Ψ 71-76), έτσι και ο Ελπήνορας ικετεύει τον Οδυσσέα στην Οδύσσεια (λ 66-78, πρβ. ω 186-190) να μην τον ξεχάσει άκλαυτο και άταφο, αλλά να του αποδώσει το γέρας θανόντων, ώστε βλέποντας το σήμα του να τον μνημονεύουν οι μέλλουσες γενιές. Αντίθετα, ο «ανήκουστος» χαμός των ηρώων από τις δυνάμεις της φύσης εξαφανίζει το κλέος, πολεμικό και μεταπολεμικό.
Από την άλλη μεριά, ο μακαρισμός των νεκρών Αχαιών στην Τροία, σε σχέση με την απειλητική εμπειρία του άδοξου χαμού που δοκιμάζει ο Οδυσσέας στο πέλαγος, παραπέμπουν στο άθλιο τέλος του Αγαμέμνονα. Αν οι δύο ήρωες πέθαιναν στην Τροία, θα είχαν τιμητικό τύμβο και θα κέρδιζαν κλέος, που τελικά εξασφάλισε μόνο ο Αχιλλέας, το σώμα του οποίου οι δύο ήρωες, μαζί με τους άλλους Αχαιούς, υπερασπίστηκαν γενναία στην Τροία (ε 309-310, πρβ. ω 36-42).
Λ. Πόλκας

Παρασκευή 11 Δεκεμβρίου 2015

Το βασίλειο του Οδυσσέα




  ΤΟ ΛΙΜΑΝΙ ΤΟΥ ΦΟΡΚΥΝΑ
Edward Lear 1863

Το  βασίλειο  του  Οδυσσέα : Ομηρικές  αναφορές  και  τα  ευρήματα
                                                                                                          της  αρχαιολογίας
Γράφει ο Αδάμης  Ευθύμιος
Εάν  δεχθούμε  λοιπόν  ότι  ο Οδυσσέας  ήταν  ένας  από  τους  μυκηναίους  βασιλείς  της  νοτίου  Βαλκανικής  που  πράγματι  έζησαν  κατά την Υστεροελλαδική  Περίοδο, τότε  θα  πρέπει  ν’  απαντήσουμε  σε  δύο βασικά  ερωτήματα : 
Α) Ποια  ήταν  τα  όρια  του  βασιλείου  του  Οδυσσέα  κατά  τον  Όμηρο ; (δηλαδή ποιες  περιοχές  περιελάμβανε ).
Β) Ποια  είναι  τα  αρχαιολογικά  ευρήματα(τεκμήρια), με  βάση  τις  επίσημες  έρευνες,  που  αποδεικνύουν  την  ύπαρξη  ενός  μυκηναϊκού  βασιλείου  σ’ αυτή  την  περιοχή ;
Α) Τα  γεωγραφικά  όρια  του  βασιλείου .
Οι  Ομηρικές  Αναφορές
Πως  οριοθετεί  λοιπόν  ο  Όμηρος  το  βασίλειο  του  Οδυσσέα;
Η  πιο  σημαντική αναφορά  στο  βασίλειο  του Οδυσσέα  βρίσκεται  στην Β΄ ραψωδία της Ιλιάδας,  (στον  «κατάλογο  νεών»), εκεί  όπου  απογράφονται  οι  επιμέρους  συμμετοχές  στην  τρωική  εκστρατεία  και  συνεπώς  οι  βασιλείς,  ο  αριθμός των  πλοίων  τους, οι  δυνάμεις  τους  και οι  περιοχές  που  απέστειλαν  στρατιώτες:
«Ο  Οδυσσέας   οδηγούσε  τους  γενναιόψυχους  Κεφαλλήνες,
οι  οποίοι  κατείχαν  την  Ιθάκη  και  τον  πυκνόφυτο  Νήριτο
και  νέμονταν  τα  Κροκύλεια  και  την  κακοτράχαλη Αιγίλιπα,
αυτοί  κατείχαν  και  νέμονταν  την  Ζάκυνθο  και  την  Σάμο    
είχαν  επίσης  την  στεριά  την  απέναντι  και  την  νέμονταν.
Αυτών  ήταν  αρχηγός  ο  Οδυσσέας, όμοιος  στην  σκέψη με το  Δία,
και  μαζί του  ακολουθούσαν  δώδεκα κοκκινόπλωρα  καράβια»
                                                                           Β  631- 637
Τι  δηλώνει  όμως   η  συγκεκριμένη  ομηρική  περιγραφή  του  βασιλείου;
Κατά  αρχάς, ο  ποιητής  ορίζει το  μέγεθός  του  και  τις  περιοχές  που  το αποτελούν  απογράφοντάς  τες   με  τα  τοπωνύμιά  τους, όπως  διατηρήθηκαν  και  αργότερα (για  αιώνες), κατά  δεύτερον  κατονομάζει  ποιος  ήταν  ο  λαός   που  το  κατοικεί, καθώς και  τη  στατιωτική  ισχύ  του:  συγκριτικά  με  τα  υπόλοιπα βασίλεια  της  περιοχής  στρατολογήθηκε  μια   μικρή  δύναμη, 12 πλοίων. 
Στο   συγκεκριμένο  εδάφιο  απογράφονται,  ως  μέρη  του  βασιλείου  των  Κεφαλλήνων,  οι  ακόλουθες  περιοχές :
1.Ιθάκη  με  τον  Νήριτο
2.Κροκύλεια
3.Αιγίλιπα
4.Ζάκυνθος
5.Σάμος
6.Ήπειρος  Αντιπεραία

Ο  Οδυσσέας  λοιπόν  ηγείται  των « Κεφαλλήνων»  και  το  βασίλειό  του  απλώνεται  στις  περιοχές  που  εκείνοι  κατοικούν  και  ελέγχουν,  αφού, όπως  μαθαίνουμε  στην Οδύσσεια,  ο  πατέρας  του, ο Λαέρτης  διοικώντας  τον  ίδιο  λαό, τους  Κεφαλλήνες,  επαύξησε  τα  όρια   του  βασιλείου (Ω  376-8), κυριεύοντας  την  πόλη «Νήρικο». 

Σάββατο 7 Νοεμβρίου 2015

Τα Ψίχουλα του Ομήρου

Τα ψίχουλα του Ομήρου


ΟΛΕΣ ΟΙ ΚΑΛΕΣ  ΚΙΝΗΜΑΤΟΓΡΑΦΙΚΕΣ
ΤΑΙΝΙΕΣ ΤΑ ΩΡΑΙΑ ΘΕΑΤΡΙΚΑ ΕΡΓΑ 
ΚΑΙ ΤΑ ΓΟΗΤΕΥΤΙΚΑ  ΜΥΘΙΣΤΟΡΗΜΑΤΑ


Το έπος είναι η πηγή από την οποία άντλησαν η λογοτεχνία και το θέατρο. Εκεί βρήκαν τον πόλεμο και το ταξίδι, εκεί και τις διαφορετικές εκδοχές της ανθρώπινης κατάστασης

Η διαπίστωση είναι του Αριστοτέλη: «Οι τραγικοί έφαγαν από τα ψίχουλα που έπεφταν κάτω από το τραπέζι του Ομήρου». Αυτό βέβαια σημαίνει πως ο πρώτος μεγάλος κριτικός της λογοτεχνίας και του θεάτρου είχε συνειδητοποιήσει πως η μεγάλη δεξαμενή από την οποία πήγασαν οι λογοτεχνικοί και οι θεατρικοί μύθοι αλλά και οι ανθρώπινοι χαρακτήρες και τύποι που τροφοδότησαν τη λογοτεχνική παράδοση ήταν ένα και το πρώτο λαϊκό και συνάμα προφορικό αφήγημα, το Επος. Δεν χρειάζεται για να στηρίξει κανείς ακόμη και σήμερα την αριστοτελική διαπίστωση να πρωτοτυπήσει. Η παγκόσμια λογοτεχνία έως τις ημέρες μας ακόμη και στις ακραίες μοντέρνες προτάσεις της ουσιαστικά παραπέμπει στα δύο μεγάλα ομηρικά έπη: την «Ιλιάδα» και την «Οδύσσεια». Και δεν είναι μόνο τα δύο διαφορετικά σχέδια της δομής: ο πόλεμος και το ταξίδι, είναι και οι δύο διαφορετικοί φωτισμοί της ανθρώπινης κατάστασης. Στην «Ιλιάδα» κεντρικό μοτίβο που τίθεται ήδη από τον πρώτο στίχο είναι ο «θυμός» ενός ήρωα που νιώθει πως αδικείται. Γύρω από αυτόν τον πείσμονα θυμό πολώνεται όλη η πλοκή αλλά συνάμα και διακτινίζονται όλοι οι χαρακτήρες που εμπλέκονται έμμεσα ή άμεσα στις συνέπειες αυτού του θυμού. Θεοί και άνθρωποι, φυσικά φαινόμενα, πολιτικές απόψεις, πολιτιστικές αντιπαραθέσεις, θρησκευτικές πίστεις, ενστικτώδεις αντιδράσεις και λογικές ρητορικές εκκινούν ή έλκονται από αυτόν τον θυμό, αυτήν την μήνιν. Βέβαια η πολεμική συνθήκη, η πολιορκία ενός κάστρου και μιας πόλης από έναν στρατό μακριά από τον τόπο του, οξύνει τα ένστικτα και πολλαπλασιάζει τις έλλογες στρατηγικές πολιορκητών και πολιορκημένων. Προβλήματα διατροφής, ερωτική πείνα, αισθήματα μοναξιάς, εγωισμοί και ματαιώσεις σχεδίων βίου, αρρώστιες και πανικοί, αναθεωρήσεις και μιζέριες, δειλίες και αποκοτιές, φυγόκεντρες και κεντρομόλοι έλξεις και απώσεις συνιστούν το όλον τοπίο φυσικό, μαζικό και ατομικό.
Ολες οι συνέργειες των ηρώων του ιλιαδικού έπους χαρακτηρίζονται από έναν ριψοκίνδυνο ατομισμό, από μια εγωτική ύβριν, έναν πόθο διάκρισης και μια έφεση προς μια θεαματική θυσία, ενώ συνάμα η ζωή είναι αξία ανυπέρβλητη και ο θάνατος κατάρα. Γι' αυτό οι ήρωες της «Ιλιάδας» παθιάζονται μέχρι θανάτου αλλά συνάμα κλαίνε όταν αφήνουν τη ζωή.
Αυτά τα αφηγηματικά μοτίβα τροφοδοτούν έως σήμερα την πεζογραφία, την ποίηση και το θέατρο. Από τον Αισχύλο στον Σαίξπηρ και από τον Σίλερ στον Ουγκώ και τον Λόπε ντε Βέγκα, από τον Τολστόι στον Μπαλζάκ και από τον Δάντη στον Ιψεν, όλα τα λογοτεχνικά προσωπεία είναι παραλλαγές του Αχιλλέα, του Εκτορα, του Θερσίτη και του Αίαντα, του Κάλχαντα, του Αγαμέμνονα και του Διομήδη, της Εκάβης, της Ελένης, της Ανδρομάχης, του ιλιαδικού Οδυσσέα και του Δόλωνα. Ολοι αυτοί οι διαχεόμενοι μέσα από το αρχικό πρίσμα εγωτικοί, σχεδόν αυτιστικοί και καιόμενοι ήρωες και αντιήρωες δρουν και πυρπολούνται μέσα σε αναπεπταμένα τοπία πολεμικά, κοινωνικά, δημόσια και άλλοτε μέσα σε κλειστούς χώρους, ακόμη και στα στεγανά ενός σαλονιού και μιας φυλακής. Η Ελένη δεν είναι μόνο οι συνονόματες του Ευριπίδη, του Αισχύλου, του Σαίξπηρ, του Δάντη, του Γκαίτε, του Ζιροντού, του Τσέχοφ στον «Θείο Βάνια», του Ρίτσου. Αναδιπλώσεις της Ελένης είναι η Λαίδη Μάκβεθ, η Μαρία Στιούαρτ, η Εντα Γκάμπλερ και η Κριστίν του «Πένθους ταιριάζει στην Ηλέκτρα», η Γηραιά Κυρία του Ντίρενματ, η Μάρθα του Αλμπι. Δειγματοληψία κάνω, δεν εξαντλώ την ποικιλία των εκδοχών και των μεταμορφώσεων.
 Εξάλλου το ίδιο δεν συνέβη με τη ζωγραφική και τη γλυπτική; Από τα πορτρέτα του φαγιούμ έως τη Μόνα Λίζα και από την αυτοπροσωπογραφία του Ρέμπραντ έως τις φιγούρες του Πικάσο και τη Μέριλιν του Γουόρχολ και από τον Δισκοβόλο στον Δαβίδ του Μ. Αγγέλου έως τον Ροντέν και τον «βομβαρδισμένο άνθρωπο» στην προκυμαία του Ρότερνταμ του Ζάντκιν, τι άλλο κάνουν οι εικαστικοί παρά να παραλλάσσουν και ουσιαστικά να υπομνηματίζουν τους αρχαϊκούς Κούρους και το προσωπείο της Μέδουσας; Δεν συμβαίνει όμως το ίδιο με τις επιρροές και τη μετέπειτα εξέλιξη του οδυσσειακού μοντέλου. Ο Οδυσσέας του Ομήρου είναι ΑΛΛΟΣ ΑΝΘΡΩΠΟΣ. Ταξιδεύοντας μέσα στον χώρο και τον χρόνο, φυγάς θεόθεν και αλήτης, είναι ο άνθρωπος των συμβιβασμών, το άτομο που προσαρμόζεται, μεταμορφώνεται, αφομοιώνεται για να επιβιώσει, ταπεινώνεται, υποκρίνεται, αμύνεται, κρύβεται, υπηρετεί, ετεροπροσδιορίζεται, ελίσσεται, κινείται στη σκιά, καμώνεται για να μπορέσει να φτάσει στο τέρμα του προσδοκώμενου ταξιδιού του. Δεν είναι μόνο οι Οδυσσείς του Τζόις, του Καζαντζάκη ούτε μόνο ο Οδυσσέας της Καραϊβικής του νομπελίστα συγγραφέα, ούτε μόνο ο Οδυσσέας του Ρίτσου και του Καβάφη. Είναι ο Ροβινσώνας Κρούσος, ο Γκιούλιβερ, ο Δον Κιχώτης, ο Μοντεχρήστος, ο Γιάννης Αγιάννης, ο Ρασκόλνικοφ, οι ήρωες του Προυστ και του Σελίν, του Καραγάτση, του Τσίρκα, του Γ. Μιχαηλίδη, ο Λουκής Λάρας και ο Ζητιάνος του Καρκαβίτσα, ο Κορδοπάτης του Βαλτινού και βέβαια όλοι οι αντιήρωες του Κάφκα, του Μπέκετ και του Πίντερ.
Και θα αναρωτηθεί κανείς: γιατί αυτή η περιήγηση και γιατί αυτή η εμμονή στις καταγωγικές ρίζες της λογοτεχνικής ιστορίας αλλά και του θεάτρου στο αρτεσιανό πηγάδι του Ομήρου. Απλώς για να διαπιστωθεί άλλη μία φορά πως ο άνθρωπος δεν άλλαξε εδώ και τρεις χιλιάδες χρόνια που έχουμε προφορικά και γραπτά ίχνη της συμπεριφοράς του. Είτε θυμωμένοι, πείσμονες, εγωτικοί, ριψοκίνδυνοι και τολμητίες χτυπάνε τη γροθιά τους στο μαχαίρι είτε ευπροσάρμοστοι και ενδοτικοί προσπαθούν να παρατείνουν το μαρτύριο του ζην είτε οπλισμένοι με βέλη είτε με καριοφίλια είτε με κανόνια είτε με βόμβες ναπάλμ και πυρηνικά οδεύουν πλησίστιοι, μοιραίοι προς την αναμένουσα λέμβο για ν' ακούσουν, όπως λέει ο Εμπειρίκος, τον λεμβούχο να λέει: «Τέρμα εδώ. Εμπάτε. Ποταμός Αχέρων».

Κώστας Γεωργουσόπουλος

Τετάρτη 4 Νοεμβρίου 2015

Τα Ελληνικά Επιτεύγματα



Ποιος σκότωσε ... τον ελληνικό πολιτισμό

Ένας Αμερικανός υπερασπίζεται τον Όμηρο, τις κλασικές σπουδές και τον πολιτισμό που γεννήθηκε στην αρχαία Ελλάδα. Ξιφουλκεί κατά της αδιαφορίας που υπάρχει σήμερα για τις ελληνικές σπουδές, εκτοξεύει κατηγορίες για τη μείωση των κονδυλίων στα αμερικανικά πανεπιστήμια και προτρέπει τους αναγνώστες των βιβλίων του να «ζήσουν περισσότερο ελληνικά».
Ο κ. Βίκτωρ Ντέιβις Χάνσον (Victor Davis Hanson) θα βρίσκεται αύριο στην Αθήνα, προσκεκλημένος του Ιδρύματος Ωνάση και θα δώσει μια διάλεξη στο ξενοδοχείο «Ιντερκοντινένταλ» με το προσφιλές του θέμα «Ποιος σκότωσε τον Όμηρο».
Ο κ. Χάνσον, σε ηλικία μόλις 48 ετών, διαθέτει ήδη μια εικοσαετή ακαδημαϊκή εμπειρία στη διδασκαλία των ελληνικών γραμμάτων και σήμερα είναι διευθυντής του προγράμματος κλασικών σπουδών στο πανεπιστήμιο του Φρέσνο στην Καλιφόρνια. Έχει βραβευτεί από την αμερικανική φιλολογική εταιρεία και έχει εκδώσει ένδεκα βιβλία σχετικά με την αρχαία ιστορία. Εύλογο λοιπόν το αρχικό ερώτημα για τη «γνωριμία» του με τον αρχαίο ελληνικό πολιτισμό:
«Μεγάλωσα σε μια απομονωμένη φάρμα στην κεντρική Καλιφόρνια», λέει ο κ. Χάνσον και εξηγεί ότι ο δρόμος προς το πανεπιστήμιο ήταν μια οδός διαφυγής. «Όμως, επειδή δεν με ευχαριστούσαν οι πολιτικές επιστήμες και η κοινωνιολογία, κατά κάποιο τρόπο, είδα τις κλασικές σπουδές ως έναν εναλλακτικό κόσμο, ένα καταφύγιο. Εκεί ανακάλυψα έναν πλούσιο κόσμο όπου χωρίς να το συνειδητοποιώ, αρκετές αξίες τις οποίες πρέσβευε ήταν παρόμοιες με εκείνες που μεγάλωσα».
Σταδιακά οι κλασικές σπουδές τον απορρόφησαν και έζησε στην Αθήνα δύο φορές την περίοδο 1973-1974 και 1978-1979. Όσο για τη σημερινή θέση και σημασία που έχουν οι κλασικές σπουδές στο δυτικό πολιτισμό, ο Αμερικανός ελληνιστής λέει ότι τις θεωρεί ως «σημείο - κλειδί». «Η άνοδος των πολυπολιτισμικών σπουδών είχε αρνητικά αποτελέσματα, διεθνώς, όσο και στην αμερικανική κοινωνία».
Είμαστε μια κοινωνία πολλών εθνοτήτων, όμως πρέπει να έχουμε ως σημείο αναφοράς μια κοινή κουλτούρα, την έννοια της Δημοκρατίας, την οικονομία της αγοράς, την προσωπική ελευθερία του ανθρώπου.
Φυσικά απολαμβάνουμε το φαγητό, τη λογοτεχνία, τα παιχνίδια από την πλούσια παράδοση της Κίνας, της Λατινικής Αμερικής ή της Αφρικής. Όμως πρέπει να ομολογήσουμε ανοιχτά ότι ουδείς επιθυμεί να ενστερνιστεί τη θρησκεία των Ίνκας ή τα αφρικανικά πολιτικά συστήματα, την κινεζική έννοια της ελευθερίας ή τις ισλαμικές ιδέες θρησκείας και κράτους.
Συνεπώς το δυτικό παράδειγμα που δημιουργήθηκε στην Ελλάδα είναι η μοναδική μας ελπίδα. Φυσικά εκτιμούμε την αισθητική και την ομορφιά της ελληνικής τέχνης, της λογοτεχνίας και της αρχιτεκτονικής., όμως σε αυτές τις κρίσιμες ημέρες με τις μεγάλες πολιτιστικές αλλαγές, το σημείο αναφοράς είναι οι αξίες της αρχαίας Ελλάδας».
Στο ερώτημά μας για ποιο λόγο ο Όμηρος δεν είναι πλέον δημοφιλής στα αμερικανικά πανεπιστήμια, ο κ. Χάνσον δίνει δύο ερμηνείες:
«Πρώτον, λόγω των επιπόλαιων αξιών ζωής και των εφήμερων απολαύσεων στη σύγχρονη εποχή του βίντεο. Δεύτερον, και πλέον σημαντικό, είναι η έλλειψη αφοσίωσης των ακαδημαϊκών, που είναι ταγμένοι να διατηρούν και να προάγουν την ελληνική κληρονομιά. Οι περισσότεροι είναι στενόμυαλοι υπάλληλοι χωρίς επιθυμία ή δυνατότητα να δώσουν τη φλόγα της αγάπης προς τον Ελληνισμό».
Ο κ. Χάνσον λέει πως η κλασική παιδεία είναι κάτι περισσότερο από την απλή γνώση της γλώσσας.
«Εκείνο που συχνά ξεχνάμε είναι το πνεύμα του Ελληνισμού», λέει. «Η κριτική αναφορικά με το βιβλίο εστιάστηκε στην πρόσκληση να «συμπεριφερόμεθα» περισσότερο ως Έλληνες», μας λέει.
«Ασφαλώς δεν εννοούμε το να φοράμε χιτώνες ή να έχουμε σκλάβους. Είναι η διάθεση να γευθούμε τον τρόπο ζωής των Ελλήνων, ιδίως όπως το βλέπουμε στον Όμηρο και στον Πλάτωνα, ένα κουράγιο να μιλά ειλικρινά και ξάστερα, μια επιθυμία να συμμετέχει σε διάλογους αντιπαράθεσης, η αναγνώριση ότι το κυνήγι της καριέρας, η δειλία, η παθητικότητα και το κοινωνικό στάτους κβο συχνά δεν οδηγούν πουθενά.
Οι Έλληνες αναγνώρισαν ότι οι ανακαλύψεις τους για τον ορθολογισμό και τον εμπειρισμό δεν ήταν το παν. Άφηναν οδούς για τις ανθρώπινες εμπειρίες ανοικτές σε μυστήρια, στο πνεύμα και στο ανεξήγητο.
Εμείς ως καθηγητές πρέπει να είμαστε ειλικρινείς και συχνά μη παραδοσιακοί και να υποδεχόμαστε θετικά, αντί να αποφεύγουμε κάθε αντίθετη γνώμη».

«Μοναδικά τα ελληνικά επιτεύγματα»
Για το σημερινό ελληνικό πνεύμα, ο κ. Χάτσον θεωρεί ότι το κλειδί για τη διατήρηση του Ελληνισμού είναι η σύγχρονη Ελλάδα.
«Υπάρχει κάτι μαγικό στη φυσική διαμόρφωση της ελληνικής γης, που υποβοηθά να ερμηνεύσεις τα ελληνικά επιτεύγματα, μας λέει ο κ. Χάτσον. Παρά την εκπαίδευσή μου στην ελληνική φιλοσοφία, ποτέ δεν κατάλαβα τον Ελληνισμό έως τη στιγμή που έζησα στη χώρα σας για δύο χρόνια. Υπάρχει κάτι ανεξήγητο, όταν εξετάζεις την ιστορία της Ελλάδας, που μπορεί να ερμηνευτεί μόνο από το πνεύμα, καθώς αυτό αποτελεί από μόνο του μια λογική εξήγηση. Το γεγονός ότι μια τόσο μικρή χώρα στα νότια Βαλκάνια δημιούργησε το δυτικό πολιτισμό, ευδοκίμησε μέσα στη ρωμαϊκή κατοχή, σχεδόν μόνη αντιστάθηκε στις προκλήσεις του Ισλάμ για αιώνες, υπέφερε και άντεξε την Οθωμανική κατοχή, είναι κάτι το εντυπωσιακό ή απίστευτο. Καμία άλλη κοινωνία στην Ανατολική Μεσόγειο δεν είναι συγκρίσιμη. Οι Έλληνες, όπου και να τους συναντήσεις, στην Ευρώπη, την Καλιφόρνια ή το Σικάγο, διαθέτουν μια ελαστικότητα και ένα αίσθημα τόλμης».
Η συνέντευξη δημοσιεύτηκε στο «Έθνος της Κυριακής» της 27ης Μαΐου 2001, σ. 51.

Παρασκευή 25 Σεπτεμβρίου 2015

Ομηρική φιλότης



Αναπαράσταση των δύο φίλων λίγο πριν από την επαπειλούμενη εκτέλεση -έτσι τους φαντάστηκαν το 1896 οι Αμερικανοί στο βιβλίο της Helene Guerber "Story of the Greeks"

Δεν πρόκειται  για μεταγενέστερη λέξη. Απαντά ήδη στα ομηρικά έπη, τόσο στην Ιλιάδα (έξι φορές) όσο και στην Οδύσσεια (τέσσερις φορές), συνοψίζοντας όλες περίπου τις εκδοχές και τις εφαρμογές που υπόκεινται στο ρήμα φιλέω, στο επίθετο φίλος και στο επίρρημα φίλως - επίσης ομηρικά, με πυκνή μάλιστα τα δύο πρώτα συχνότητα. Γύρω από αυτόν τον πυρήνα περιστρέφονται δεκατέσσερα, αν μετρώ καλά, σύνθετα (ρηματικά ουσιαστικά, επίθετα αλλά και κύρια ονόματα), με θετική ή αρνητική σημασία. Παραδείγματα ευπρόσδεκτα: φιλοφροσύνη, φιλόξενος, φιλομειδής, φιλοπαίγμων. Παραδείγματα απωθητικά: φιλοκτέανος (άπληστος, πλεονέκτης), φιλοκέρτομος (χλευαστικός), φιλοψευδής. Και τρία  ευρηματικά κύρια ονόματα: Φιλοίτιος, Φιλητορίδης, Φιλοκτήτης.

Επανέρχομαι στην ομηρική φιλότητα (που σημαίνει διάθεση και πράξη εταιρικής φιλίας), όχι μόνο για τη συναιρετική της τιμή και αξία, αλλά και επειδή στις μέρες μας έχει γίνει σήμα δυσεύρετο, μετρημένο ίσως στα δάχτυλα του ενός χεριού, για να θυμηθούμε και τον απελπισμένο Ιερομόναχο στη σολωμική Γυναίκα της Ζάκυθος. Με τους όρους αυτούς τα εταιρικά ζεύγη, που πλεονάζουν στην Ιλιάδα και μάλλον σπανίζουν στην Οδύσσεια, αποτελούν παραδειγματική παρηγοριά. Αίσθηση που διαπερνά και την αναμενόμενη σκηνική διδασκαλία του ιλιαδικού έπους από τον φιλέταιρο Στάθη Λιβαθινό και όσους νέους ασκούνται μαζί του από το περασμένο φθινόπωρο.

Η ιλιαδική πάντως φιλότητα δεν περιορίζεται μόνο στο εσωτερικό των δύο στρατοπέδων, που βρίσκονται κατά κανόνα σε εμπόλεμη σύγκρουση. Καθώς ο ιλιαδικός πόλεμος εξελίσσεται, οδεύοντας προς την απρόβλεπτη έξοδό του, ίχνη έντιμης φιλότητας διακρίνονται και μεταξύ αντιπάλων. Παράδειγμα η έκβαση της ευγενέστερης μονομαχίας του έπους μεταξύ Εκτορα και Αίαντα στην έβδομη ραψωδία. Οπου, καθώς πέφτει το βράδυ και οι δύο μονομάχοι παραμένουν ισόπαλοι και ισότιμοι, αποσύρονται ανταλλάσσοντας φιλικά δώρα μεταξύ τους. Παραθέτω τους οικείους στίχους (Η 293-303) σε μετάφραση - απευθύνεται ο Εκτωρ στον Αίαντα:

Τώρα ωστόσο πέφτει η νύχτα κι είναι σωστό να δείξουμε / στη νύχτα υπακοή. Στο μεταξύ εσύ, γυρίζοντας στα πλοία, / τους Αχαιούς να ευφράνεις, τη συντροφιά σου πιο πολύ / και τους δικούς σου που σου παραστέκουν./ Οσο για μένα, φτάνοντας στο μεγάλο κάστρο του Πριάμου, / τους Τρώες θα ευφράνω και τις μακρόπεπλες Τρωάδες / όσες για χάρη μου θα ευχηθούν στην τελετή. //

Ελα όμως τώρα οι δυο μας ν' ανταλλάξουμε δώρα πολύτιμα, / που κάποιος βλέποντας να ομολογήσει, Τρώας ή Αχαιός: / Αυτοί εχθροί αντικρίστηκαν σ' αγώνα φονικό, / και τώρα φίλοι αποχωρίζονται
(στο πρωτότυπο: ηδ' αύτ' εν φιλότητι διέτμαγεν αρθμήσαντε).

Ομόλογη φιλότητα αναγνωρίζεται σαφέστερα και σε εξέχοντα εσωτερικά εταιρικά ζεύγη που εντοπίζονται και διακρίνονται τόσο στο συνταγμένο στρατόπεδο των Αχαιών όσο και στην παράταξη των επικούρων που συμμαχούν με τους Τρώες - η μακρινή απόσταση από τη γενέθλια γη ευνοεί προφανώς την προβολή τους.

Στο κεφάλαιο αυτό εφαρμόζεται μια γενικότερη αρχή ασύμμετρης συμμετρίας, που συνδέει και συνάμα διακρίνει τα δύο αντίπαλα στρατόπεδα στην Ιλιάδα, τόσο στο επίπεδο κατανομής των ηρώων όσο και στον καταμερισμό του μάχιμου χώρου μεταξύ Αχαιών και Τρώων. Παράδειγμα ασύμμετρης συμμετρίας σε δύο πρωτεύοντα (συγκρίσιμα μεταξύ τους) εταιρικά ζεύγη, μοιρασμένα στα δύο αντίπαλα στρατόπεδα, ανιχνεύεται στην ένθερμη φιλότητα Αχιλλέα - Πατρόκλου αφενός και Σαρπηδόνα - Γλαύκου αφετέρου. Περί αυτού όμως μιαν άλλη φορά.

Προς το παρόν επείγει η παράκαμψη μιας πρόχειρης παρεξήγησης. Σίγουρα το εταιρικό ζεύγος Πατρόκλου - Αχιλλέα επέχει κεντρική θέση στα δρώμενα του ιλιαδικού πολέμου από πλευράς Αχαιών, αλλά δεν είναι το μόνο. Με λίγη προσοχή εντοπίζονται τρία τουλάχιστον ακόμη, ελάσσονα έστω, εταιρικά παραδείγματα.

Το πρωιμότερο λανθάνει στην εξέλιξη της πρώτης και πρότυπης μάχης στην τέταρτη ραψωδία του έπους. Οπου ο Λεύκος (νεκρός από το δόρυ του πριαμίδη Αντιφου, που προοριζόταν για τον Αίαντα) εξονομάζεται εσθλός εταίρος του Οδυσσέα, γεγονός που εξάπτει τη φιλέταιρη εκδίκηση του ιθακήσιου ήρωα.

Διακριτικό εξάλλου είναι και το κρητικής φύτρας εταιρικό ζεύγος Ιδομενέα - Μηριόνη σε σύγκριση με το προφανές του Διομήδη και του Σθένελου, το οποίο μοιάζει αναπληρωματική εξίσωση προς εκείνο του Αχιλλέα - Πατρόκλου. Γιατί και πώς προσεχώς.

Προς το παρόν προτείνω να συναφθεί η ομηρική φιλότητα με το νεοελληνικό φιλότιμο ως ισότιμο και πολύτιμο εταιρικό ζεύγος.

Δ. Μαρωνίτης


Δευτέρα 24 Αυγούστου 2015

Ο Φιλέταιρος Αρχηγός



Το Ταξίδι του Οδυσσέα

1. Η σχέση του ποιητή με τη Μούσα
«Οι στίχοι "τη μάνητα, θεά, τραγούδα μας του ξακουστού Αχιλλέα" ή "τον άντρα, Μούσα, τον πολύτροπο τραγούδα μου" (μτφρ. Ν. Καζαντζάκη - Ι.Θ.Κακριδή), με τους οποίους αρχίζουν τα ομηρικά έπη, προδίδουν ότι ο ποιητής τους δεν διαθέτει γνώση που πηγάζει από τον ίδιο του τον εαυτό και ότι το έργο του δεν οφείλεται στο ατομικό του τάλαντο ή στα προσωπικά του βιώματα, αλλά σε θεϊκή έμπνευση. [...] Η υπεροχή των θεών σε σύγκριση με τον άνθρωπο, που μόνο τη φήμη ακούει, συνίσταται στο γεγονός ότι οι Μούσες παρευρίσκονται παντού, βλέπουν και γνωρίζουν οτιδήποτε συμβαίνει [...].»

2. Τα δύο προοίμια σε σχέση με τη σύνθεση της Οδύσσειας
«Η προοδυσσειακή παράδοση, σύμφωνα με την οποία ο Οδυσσέας επιστρέφει στην Ιθάκη δίχως συντρόφους, δέσμευε τον ποιητή της Οδύσσειας και δεν άφηνε περιθώρια ανατροπής. Με δεδομένη όμως μια τέτοια δέσμευση, το έπος της Οδύσσειας κινδύνευε να εμφανίσει τον νοστούντα Οδυσσέα κατά κάποιον τρόπο αφιλέταιρο. Πιστεύω ότι ο ποιητής, έχοντας συνείδηση της ενδεχόμενης, ή και βέβαιης, αυτής παρεξήγησης, πήρε όλα τα μέτρα του για να την αποτρέψει. Προγραμμάτισε την Οδύσσεια ούτως ώστε να αντιστρέφεται το προκείμενο σκάνδαλο σε εξέχουσα αρετή του ήρωα. [...]
Το προοίμιο εξάλλου της Οδύσσειας μοιράζεται σε δύο περίπου ισόστιχα μέρη. Στο πρώτο μέρος συσσωρεύονται όλα τα τυπικά, προεπικά και επικά, κατηγορούμενα του ήρωα, για τα οποία υπάρχουν και καθιερωμένοι λογότυποι: πολύτροπος, πτολίπορθος, πολύπλαγκτος, πολύτλας, πολύϊδρις. Για το δεύτερο όμως μέρος (στ. 5-9) επιφυλάσσεται η κατεξοχήν οδυσσειακή αρετή του Οδυσσέα, για την οποία δεν έχει προσχηματιστεί ακόμη σημαντικός λογότυπός της: ο ήρωας αναδέχεται όλο το βάρος και αναλαμβάνει τον αγώνα να σώσει τη ζωή και να εξασφαλίσει τον νόστο των συντρόφων του· εκείνοι όμως ενδίδουν στην ανίερη ατασθαλία τους και χάνουν οριστικά τον νόστο τους. Μέσα ακριβώς από την εναντιωματική αυτή περίοδο ο Οδυσσέας υποβάλλεται ως φιλέταιρος αρχηγός [...].
Το κυρίως προοίμιο ενέχεται, εκτός των άλλων, και για θεματική μεροληψία, η οποία συχνά πυκνά κατηγορήθηκε: σχεδόν με το σύνολό του παραπέμπει στις τέσσερις μόνον από τις είκοσι τέσσερις ραψωδίες της Οδύσσειας - εκείνες των "Μεγάλων Απολόγων", που εκβάλλουν στο μοιραίο για τους εταίρους επεισόδιο της Θρινακίας. Ο σκανδαλώδης αυτός θεματικός περιορισμός, που αντίκειται στις εντολές ενός τυπικού προοιμίου, είναι κατά τη γνώμη μου, εσκεμμένος: εξυπηρετεί τη φιλέταιρη δικαίωση του Οδυσσέα, για την οποία ο ποιητής δείχνει ιδιαίτερη ευαισθησία.
Μίλησα προηγουμένως και για δεύτερο προοίμιο, [...] (στ. 11-21). Εδώ ακριβώς διορθώνεται η θεματική μεροληψία του πρώτου προοιμίου, συμπληρώνονται τα κενά του, αίρονται οι ασάφειές του ως προς τον προσωπικό νόστο του Οδυσσέα. Η σημαντικότερη όμως, τελικώς παραπληρωματική, διαφορά των δύο προοιμίων βρίσκεται, νομίζω, αλλού: οι πρώτοι δέκα εναρκτήριοι στίχοι του έπους ορίζουν και συστήνουν το ποιητικό "παρελθόν" της Οδύσσειας· οι επόμενοι έντεκα το ποιητικό της "παρόν". Η πρόταξη του ποιητικού παρελθόντος στο κυρίως προοίμιο, που αντιστοιχεί στην όψιμη και εγκιβωτισμένη μακρά διήγηση των "Μεγάλων Απολόγων", προκρίνεται, επειδή σε τούτο το θεματικό και αφηγηματικό πλαίσιο τίθεται και λύνεται το δίλημμα του αφιλέταιρου ή φιλέταιρου αρχηγού.»

3. Η αφηγηματική τεχνική In Medias Res
«Όταν ένας κριτικός όπως ο Οράτιος (ΑΓΒ 148 κ.ε.) επαινεί τον Όμηρο, επειδή τοποθετεί τον αναγνώστη αμέσως in medias res, διακρίνει -και δικαιολογημένα- σ' αυτή την επιλογή προφανώς την τεχνική του Ομήρου που θέλγει τον αναγνώστη. Ένας άνθρωπος που ο ακροατής τον συναντά σε μια τόσο ασυνήθιστη κατάσταση, όπως συμβαίνει με τον Οδυσσέα στο μακρινό νησί Ωγυγία, προκαλεί μεγαλύτερη συμπάθεια από ό,τι κάποιος άλλος που τον συναντά κανείς σε καθημερινές συνθήκες. Ο Οδυσσέας στην Ωγυγία εξάπτει το ενδιαφέρον του αναγνώστη ή του ακροατή από δύο απόψεις: δεν θέλει μόνο να μάθει πώς θα καταφέρει ο Οδυσσέας να φτάσει από εκεί στην πατρίδα του, αλλά και πώς μπλέχτηκε σ' αυτή τη φαινομενικά απελπιστική κατάσταση. [...] Το πρόσωπο του Οδυσσέα είναι κατά κάποιον τρόπο αινιγματικό για τον ακροατή. Αυτό το τέχνασμα, να δοθεί δηλαδή στην αρχή της επικής δράσης [...] ένας γρίφος, θα λέγαμε, που επιλύεται στη συνέχεια με μεγάλη επιβράδυνση, και μάλιστα σταδιακά, εκπλήσσει και αιχμαλωτίζει τον αναγνώστη.» (W. Suerbaum, βλ. Επιστροφή, σσ. 337-8, Γ').

4. Το θέμα της Οδύσσειας: ο νόστος (και όχι οι περιπέτειες) του Οδυσσέα
«Με μια δυσεξιχνίαστη απλότητα η ποίηση του Ομήρου αφήνει τα πράγματα της ζωής να κυβερνούν [...]. Αντικείμενο αυτής της ποίησης δεν είναι η "περιπλάνηση του Οδυσσέα"· ο Οδυσσέας δεν είναι πια ο παλιός κυνηγός της περιπέτειας· κυρίαρχος πάνω απ' όλα στέκει ο νόστος, ένα γεγονός που μέσα του φανερώνεται κάτι το πρωταρχικά ανθρώπινο. Όταν η ανάγκη μάς οδηγεί στη μακρινή ξενιτιά και μας αποσπά από τις ρίζες της ύπαρξής μας, ο γυρισμός στο σπίτι αποτελεί πάντα ένα είδος "επιστροφής στον εαυτό μας".

Αυτή την έννοια του νόστου ο Όμηρος την αντιμετώπισε με μεγάλη απλότητα και σοβαρότητα. Και καθώς ξεδίπλωσε σε εικόνες και μορφές όλα όσα βρίσκονταν κλεισμένα μέσα στο θέμα "νόστος", η γεμάτη περιπέτειες θαλασσοπορία έγινε στα χέρια του τραγούδι του ανθρώπου, "ένας καθρέφτης ζωής" - δεν μπορούμε να κοιτάξουμε μέσα του χωρίς να νιώσουμε ότι εδώ ο ποιητής έχει προκαταλάβει εμάς τους ίδιους.» (Schadewaldt, Από τον κόσμο και το έργο του Ομήρου τ. Β', σ. 210, Β').

Οδύσσεια: Ένας καθρέπτης ζωής