Σάββατο 7 Νοεμβρίου 2015

Τα Ψίχουλα του Ομήρου

Τα ψίχουλα του Ομήρου


ΟΛΕΣ ΟΙ ΚΑΛΕΣ  ΚΙΝΗΜΑΤΟΓΡΑΦΙΚΕΣ
ΤΑΙΝΙΕΣ ΤΑ ΩΡΑΙΑ ΘΕΑΤΡΙΚΑ ΕΡΓΑ 
ΚΑΙ ΤΑ ΓΟΗΤΕΥΤΙΚΑ  ΜΥΘΙΣΤΟΡΗΜΑΤΑ


Το έπος είναι η πηγή από την οποία άντλησαν η λογοτεχνία και το θέατρο. Εκεί βρήκαν τον πόλεμο και το ταξίδι, εκεί και τις διαφορετικές εκδοχές της ανθρώπινης κατάστασης

Η διαπίστωση είναι του Αριστοτέλη: «Οι τραγικοί έφαγαν από τα ψίχουλα που έπεφταν κάτω από το τραπέζι του Ομήρου». Αυτό βέβαια σημαίνει πως ο πρώτος μεγάλος κριτικός της λογοτεχνίας και του θεάτρου είχε συνειδητοποιήσει πως η μεγάλη δεξαμενή από την οποία πήγασαν οι λογοτεχνικοί και οι θεατρικοί μύθοι αλλά και οι ανθρώπινοι χαρακτήρες και τύποι που τροφοδότησαν τη λογοτεχνική παράδοση ήταν ένα και το πρώτο λαϊκό και συνάμα προφορικό αφήγημα, το Επος. Δεν χρειάζεται για να στηρίξει κανείς ακόμη και σήμερα την αριστοτελική διαπίστωση να πρωτοτυπήσει. Η παγκόσμια λογοτεχνία έως τις ημέρες μας ακόμη και στις ακραίες μοντέρνες προτάσεις της ουσιαστικά παραπέμπει στα δύο μεγάλα ομηρικά έπη: την «Ιλιάδα» και την «Οδύσσεια». Και δεν είναι μόνο τα δύο διαφορετικά σχέδια της δομής: ο πόλεμος και το ταξίδι, είναι και οι δύο διαφορετικοί φωτισμοί της ανθρώπινης κατάστασης. Στην «Ιλιάδα» κεντρικό μοτίβο που τίθεται ήδη από τον πρώτο στίχο είναι ο «θυμός» ενός ήρωα που νιώθει πως αδικείται. Γύρω από αυτόν τον πείσμονα θυμό πολώνεται όλη η πλοκή αλλά συνάμα και διακτινίζονται όλοι οι χαρακτήρες που εμπλέκονται έμμεσα ή άμεσα στις συνέπειες αυτού του θυμού. Θεοί και άνθρωποι, φυσικά φαινόμενα, πολιτικές απόψεις, πολιτιστικές αντιπαραθέσεις, θρησκευτικές πίστεις, ενστικτώδεις αντιδράσεις και λογικές ρητορικές εκκινούν ή έλκονται από αυτόν τον θυμό, αυτήν την μήνιν. Βέβαια η πολεμική συνθήκη, η πολιορκία ενός κάστρου και μιας πόλης από έναν στρατό μακριά από τον τόπο του, οξύνει τα ένστικτα και πολλαπλασιάζει τις έλλογες στρατηγικές πολιορκητών και πολιορκημένων. Προβλήματα διατροφής, ερωτική πείνα, αισθήματα μοναξιάς, εγωισμοί και ματαιώσεις σχεδίων βίου, αρρώστιες και πανικοί, αναθεωρήσεις και μιζέριες, δειλίες και αποκοτιές, φυγόκεντρες και κεντρομόλοι έλξεις και απώσεις συνιστούν το όλον τοπίο φυσικό, μαζικό και ατομικό.
Ολες οι συνέργειες των ηρώων του ιλιαδικού έπους χαρακτηρίζονται από έναν ριψοκίνδυνο ατομισμό, από μια εγωτική ύβριν, έναν πόθο διάκρισης και μια έφεση προς μια θεαματική θυσία, ενώ συνάμα η ζωή είναι αξία ανυπέρβλητη και ο θάνατος κατάρα. Γι' αυτό οι ήρωες της «Ιλιάδας» παθιάζονται μέχρι θανάτου αλλά συνάμα κλαίνε όταν αφήνουν τη ζωή.
Αυτά τα αφηγηματικά μοτίβα τροφοδοτούν έως σήμερα την πεζογραφία, την ποίηση και το θέατρο. Από τον Αισχύλο στον Σαίξπηρ και από τον Σίλερ στον Ουγκώ και τον Λόπε ντε Βέγκα, από τον Τολστόι στον Μπαλζάκ και από τον Δάντη στον Ιψεν, όλα τα λογοτεχνικά προσωπεία είναι παραλλαγές του Αχιλλέα, του Εκτορα, του Θερσίτη και του Αίαντα, του Κάλχαντα, του Αγαμέμνονα και του Διομήδη, της Εκάβης, της Ελένης, της Ανδρομάχης, του ιλιαδικού Οδυσσέα και του Δόλωνα. Ολοι αυτοί οι διαχεόμενοι μέσα από το αρχικό πρίσμα εγωτικοί, σχεδόν αυτιστικοί και καιόμενοι ήρωες και αντιήρωες δρουν και πυρπολούνται μέσα σε αναπεπταμένα τοπία πολεμικά, κοινωνικά, δημόσια και άλλοτε μέσα σε κλειστούς χώρους, ακόμη και στα στεγανά ενός σαλονιού και μιας φυλακής. Η Ελένη δεν είναι μόνο οι συνονόματες του Ευριπίδη, του Αισχύλου, του Σαίξπηρ, του Δάντη, του Γκαίτε, του Ζιροντού, του Τσέχοφ στον «Θείο Βάνια», του Ρίτσου. Αναδιπλώσεις της Ελένης είναι η Λαίδη Μάκβεθ, η Μαρία Στιούαρτ, η Εντα Γκάμπλερ και η Κριστίν του «Πένθους ταιριάζει στην Ηλέκτρα», η Γηραιά Κυρία του Ντίρενματ, η Μάρθα του Αλμπι. Δειγματοληψία κάνω, δεν εξαντλώ την ποικιλία των εκδοχών και των μεταμορφώσεων.
 Εξάλλου το ίδιο δεν συνέβη με τη ζωγραφική και τη γλυπτική; Από τα πορτρέτα του φαγιούμ έως τη Μόνα Λίζα και από την αυτοπροσωπογραφία του Ρέμπραντ έως τις φιγούρες του Πικάσο και τη Μέριλιν του Γουόρχολ και από τον Δισκοβόλο στον Δαβίδ του Μ. Αγγέλου έως τον Ροντέν και τον «βομβαρδισμένο άνθρωπο» στην προκυμαία του Ρότερνταμ του Ζάντκιν, τι άλλο κάνουν οι εικαστικοί παρά να παραλλάσσουν και ουσιαστικά να υπομνηματίζουν τους αρχαϊκούς Κούρους και το προσωπείο της Μέδουσας; Δεν συμβαίνει όμως το ίδιο με τις επιρροές και τη μετέπειτα εξέλιξη του οδυσσειακού μοντέλου. Ο Οδυσσέας του Ομήρου είναι ΑΛΛΟΣ ΑΝΘΡΩΠΟΣ. Ταξιδεύοντας μέσα στον χώρο και τον χρόνο, φυγάς θεόθεν και αλήτης, είναι ο άνθρωπος των συμβιβασμών, το άτομο που προσαρμόζεται, μεταμορφώνεται, αφομοιώνεται για να επιβιώσει, ταπεινώνεται, υποκρίνεται, αμύνεται, κρύβεται, υπηρετεί, ετεροπροσδιορίζεται, ελίσσεται, κινείται στη σκιά, καμώνεται για να μπορέσει να φτάσει στο τέρμα του προσδοκώμενου ταξιδιού του. Δεν είναι μόνο οι Οδυσσείς του Τζόις, του Καζαντζάκη ούτε μόνο ο Οδυσσέας της Καραϊβικής του νομπελίστα συγγραφέα, ούτε μόνο ο Οδυσσέας του Ρίτσου και του Καβάφη. Είναι ο Ροβινσώνας Κρούσος, ο Γκιούλιβερ, ο Δον Κιχώτης, ο Μοντεχρήστος, ο Γιάννης Αγιάννης, ο Ρασκόλνικοφ, οι ήρωες του Προυστ και του Σελίν, του Καραγάτση, του Τσίρκα, του Γ. Μιχαηλίδη, ο Λουκής Λάρας και ο Ζητιάνος του Καρκαβίτσα, ο Κορδοπάτης του Βαλτινού και βέβαια όλοι οι αντιήρωες του Κάφκα, του Μπέκετ και του Πίντερ.
Και θα αναρωτηθεί κανείς: γιατί αυτή η περιήγηση και γιατί αυτή η εμμονή στις καταγωγικές ρίζες της λογοτεχνικής ιστορίας αλλά και του θεάτρου στο αρτεσιανό πηγάδι του Ομήρου. Απλώς για να διαπιστωθεί άλλη μία φορά πως ο άνθρωπος δεν άλλαξε εδώ και τρεις χιλιάδες χρόνια που έχουμε προφορικά και γραπτά ίχνη της συμπεριφοράς του. Είτε θυμωμένοι, πείσμονες, εγωτικοί, ριψοκίνδυνοι και τολμητίες χτυπάνε τη γροθιά τους στο μαχαίρι είτε ευπροσάρμοστοι και ενδοτικοί προσπαθούν να παρατείνουν το μαρτύριο του ζην είτε οπλισμένοι με βέλη είτε με καριοφίλια είτε με κανόνια είτε με βόμβες ναπάλμ και πυρηνικά οδεύουν πλησίστιοι, μοιραίοι προς την αναμένουσα λέμβο για ν' ακούσουν, όπως λέει ο Εμπειρίκος, τον λεμβούχο να λέει: «Τέρμα εδώ. Εμπάτε. Ποταμός Αχέρων».

Κώστας Γεωργουσόπουλος

Τετάρτη 4 Νοεμβρίου 2015

Τα Ελληνικά Επιτεύγματα



Ποιος σκότωσε ... τον ελληνικό πολιτισμό

Ένας Αμερικανός υπερασπίζεται τον Όμηρο, τις κλασικές σπουδές και τον πολιτισμό που γεννήθηκε στην αρχαία Ελλάδα. Ξιφουλκεί κατά της αδιαφορίας που υπάρχει σήμερα για τις ελληνικές σπουδές, εκτοξεύει κατηγορίες για τη μείωση των κονδυλίων στα αμερικανικά πανεπιστήμια και προτρέπει τους αναγνώστες των βιβλίων του να «ζήσουν περισσότερο ελληνικά».
Ο κ. Βίκτωρ Ντέιβις Χάνσον (Victor Davis Hanson) θα βρίσκεται αύριο στην Αθήνα, προσκεκλημένος του Ιδρύματος Ωνάση και θα δώσει μια διάλεξη στο ξενοδοχείο «Ιντερκοντινένταλ» με το προσφιλές του θέμα «Ποιος σκότωσε τον Όμηρο».
Ο κ. Χάνσον, σε ηλικία μόλις 48 ετών, διαθέτει ήδη μια εικοσαετή ακαδημαϊκή εμπειρία στη διδασκαλία των ελληνικών γραμμάτων και σήμερα είναι διευθυντής του προγράμματος κλασικών σπουδών στο πανεπιστήμιο του Φρέσνο στην Καλιφόρνια. Έχει βραβευτεί από την αμερικανική φιλολογική εταιρεία και έχει εκδώσει ένδεκα βιβλία σχετικά με την αρχαία ιστορία. Εύλογο λοιπόν το αρχικό ερώτημα για τη «γνωριμία» του με τον αρχαίο ελληνικό πολιτισμό:
«Μεγάλωσα σε μια απομονωμένη φάρμα στην κεντρική Καλιφόρνια», λέει ο κ. Χάνσον και εξηγεί ότι ο δρόμος προς το πανεπιστήμιο ήταν μια οδός διαφυγής. «Όμως, επειδή δεν με ευχαριστούσαν οι πολιτικές επιστήμες και η κοινωνιολογία, κατά κάποιο τρόπο, είδα τις κλασικές σπουδές ως έναν εναλλακτικό κόσμο, ένα καταφύγιο. Εκεί ανακάλυψα έναν πλούσιο κόσμο όπου χωρίς να το συνειδητοποιώ, αρκετές αξίες τις οποίες πρέσβευε ήταν παρόμοιες με εκείνες που μεγάλωσα».
Σταδιακά οι κλασικές σπουδές τον απορρόφησαν και έζησε στην Αθήνα δύο φορές την περίοδο 1973-1974 και 1978-1979. Όσο για τη σημερινή θέση και σημασία που έχουν οι κλασικές σπουδές στο δυτικό πολιτισμό, ο Αμερικανός ελληνιστής λέει ότι τις θεωρεί ως «σημείο - κλειδί». «Η άνοδος των πολυπολιτισμικών σπουδών είχε αρνητικά αποτελέσματα, διεθνώς, όσο και στην αμερικανική κοινωνία».
Είμαστε μια κοινωνία πολλών εθνοτήτων, όμως πρέπει να έχουμε ως σημείο αναφοράς μια κοινή κουλτούρα, την έννοια της Δημοκρατίας, την οικονομία της αγοράς, την προσωπική ελευθερία του ανθρώπου.
Φυσικά απολαμβάνουμε το φαγητό, τη λογοτεχνία, τα παιχνίδια από την πλούσια παράδοση της Κίνας, της Λατινικής Αμερικής ή της Αφρικής. Όμως πρέπει να ομολογήσουμε ανοιχτά ότι ουδείς επιθυμεί να ενστερνιστεί τη θρησκεία των Ίνκας ή τα αφρικανικά πολιτικά συστήματα, την κινεζική έννοια της ελευθερίας ή τις ισλαμικές ιδέες θρησκείας και κράτους.
Συνεπώς το δυτικό παράδειγμα που δημιουργήθηκε στην Ελλάδα είναι η μοναδική μας ελπίδα. Φυσικά εκτιμούμε την αισθητική και την ομορφιά της ελληνικής τέχνης, της λογοτεχνίας και της αρχιτεκτονικής., όμως σε αυτές τις κρίσιμες ημέρες με τις μεγάλες πολιτιστικές αλλαγές, το σημείο αναφοράς είναι οι αξίες της αρχαίας Ελλάδας».
Στο ερώτημά μας για ποιο λόγο ο Όμηρος δεν είναι πλέον δημοφιλής στα αμερικανικά πανεπιστήμια, ο κ. Χάνσον δίνει δύο ερμηνείες:
«Πρώτον, λόγω των επιπόλαιων αξιών ζωής και των εφήμερων απολαύσεων στη σύγχρονη εποχή του βίντεο. Δεύτερον, και πλέον σημαντικό, είναι η έλλειψη αφοσίωσης των ακαδημαϊκών, που είναι ταγμένοι να διατηρούν και να προάγουν την ελληνική κληρονομιά. Οι περισσότεροι είναι στενόμυαλοι υπάλληλοι χωρίς επιθυμία ή δυνατότητα να δώσουν τη φλόγα της αγάπης προς τον Ελληνισμό».
Ο κ. Χάνσον λέει πως η κλασική παιδεία είναι κάτι περισσότερο από την απλή γνώση της γλώσσας.
«Εκείνο που συχνά ξεχνάμε είναι το πνεύμα του Ελληνισμού», λέει. «Η κριτική αναφορικά με το βιβλίο εστιάστηκε στην πρόσκληση να «συμπεριφερόμεθα» περισσότερο ως Έλληνες», μας λέει.
«Ασφαλώς δεν εννοούμε το να φοράμε χιτώνες ή να έχουμε σκλάβους. Είναι η διάθεση να γευθούμε τον τρόπο ζωής των Ελλήνων, ιδίως όπως το βλέπουμε στον Όμηρο και στον Πλάτωνα, ένα κουράγιο να μιλά ειλικρινά και ξάστερα, μια επιθυμία να συμμετέχει σε διάλογους αντιπαράθεσης, η αναγνώριση ότι το κυνήγι της καριέρας, η δειλία, η παθητικότητα και το κοινωνικό στάτους κβο συχνά δεν οδηγούν πουθενά.
Οι Έλληνες αναγνώρισαν ότι οι ανακαλύψεις τους για τον ορθολογισμό και τον εμπειρισμό δεν ήταν το παν. Άφηναν οδούς για τις ανθρώπινες εμπειρίες ανοικτές σε μυστήρια, στο πνεύμα και στο ανεξήγητο.
Εμείς ως καθηγητές πρέπει να είμαστε ειλικρινείς και συχνά μη παραδοσιακοί και να υποδεχόμαστε θετικά, αντί να αποφεύγουμε κάθε αντίθετη γνώμη».

«Μοναδικά τα ελληνικά επιτεύγματα»
Για το σημερινό ελληνικό πνεύμα, ο κ. Χάτσον θεωρεί ότι το κλειδί για τη διατήρηση του Ελληνισμού είναι η σύγχρονη Ελλάδα.
«Υπάρχει κάτι μαγικό στη φυσική διαμόρφωση της ελληνικής γης, που υποβοηθά να ερμηνεύσεις τα ελληνικά επιτεύγματα, μας λέει ο κ. Χάτσον. Παρά την εκπαίδευσή μου στην ελληνική φιλοσοφία, ποτέ δεν κατάλαβα τον Ελληνισμό έως τη στιγμή που έζησα στη χώρα σας για δύο χρόνια. Υπάρχει κάτι ανεξήγητο, όταν εξετάζεις την ιστορία της Ελλάδας, που μπορεί να ερμηνευτεί μόνο από το πνεύμα, καθώς αυτό αποτελεί από μόνο του μια λογική εξήγηση. Το γεγονός ότι μια τόσο μικρή χώρα στα νότια Βαλκάνια δημιούργησε το δυτικό πολιτισμό, ευδοκίμησε μέσα στη ρωμαϊκή κατοχή, σχεδόν μόνη αντιστάθηκε στις προκλήσεις του Ισλάμ για αιώνες, υπέφερε και άντεξε την Οθωμανική κατοχή, είναι κάτι το εντυπωσιακό ή απίστευτο. Καμία άλλη κοινωνία στην Ανατολική Μεσόγειο δεν είναι συγκρίσιμη. Οι Έλληνες, όπου και να τους συναντήσεις, στην Ευρώπη, την Καλιφόρνια ή το Σικάγο, διαθέτουν μια ελαστικότητα και ένα αίσθημα τόλμης».
Η συνέντευξη δημοσιεύτηκε στο «Έθνος της Κυριακής» της 27ης Μαΐου 2001, σ. 51.